Από το 1928 μέχρι το 2012 οι αγρότες είχαν την Αγροτική Τράπεζα να στηρίζονται για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους. Στον ιδρυτικό της νόμο ο σκοπός της ήταν «η βελτίωση των αγροτικών συναλλαγών σ’ όλη την ελληνική επικράτεια». Όλα αυτά τα χρόνια η ΑΤΕ ήταν ο κύριος συνεργάτης της πολιτείας στην άσκηση της αγροτικής πολιτικής μέχρι την είσοδο της χώρας στην ΕΕ και την υποχρεωτική εφαρμογή της «Κοινής Αγροτικής Πολιτικής» (ΚΑΠ).
Με τη Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) η ΕΕ δίνει μεν κοινοτικούς πόρους, αλλά απαγορεύει στις Κυβερνήσεις να ενισχύουν έξω από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς την αγροτική παραγωγή.
Η κακή διαχείριση των κοινοτικών πόρων από την τράπεζα αλλά και την εκάστοτε κυβέρνηση, δεν έκανε εφικτή η ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος της υπερχρέωσης, που δημιουργήθηκε κυρίως κατά την περίοδο 1990-2000, όπου τα πολύ υψηλά επιτόκια δανεισμού οδήγησαν στην κατάρρευση της ΑΤΕ.
Το 2012 με τη σκανδαλώδη διχοτόμησή της σε «καλή» και «κακή», όπου στην μεν δεύτερη φορτώθηκαν όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και το χρέη της ΑΤΕ, ενώ η πρώτη πουλήθηκε στην συστημική Πειραιώς, ήρθε το πρώτο χαστούκι στους αγρότες.
Πολλοί ήταν αυτοί που εγκλωβίστηκαν στην «εκκαθάριση» της από την Τράπεζα της Ελλάδος και την εκκαθαριστική εταιρία που ορίστηκε την PQH. Έτσι δεν είναι δυνατόν για αυτούς να χρησιμοποιηθούν τα ίδια χρηματοοικονομικά εργαλεία που χρησιμοποιούν οι λοιπές τράπεζες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο εξώδικος συμβιβασμός που αν και περιλαμβάνει και τα δάνεια που βρίσκονται σε εκκαθάριση, δεν αφορά στους μεμονωμένους αγρότες, παρά μόνο στις επιχειρήσεις που έχουν τη «πτωχευτική ικανότητα», όπως είναι οι συνεταιρισμοί, που και σε αυτή την περίπτωση έχει βρει ελάχιστη εφαρμογή.
Το χειρότερο δε είναι το ζήτημα των υποθηκών που μέσω του ιδρυτικού της νόμου η ΑΤΕ είχε το προνόμιο να εγγράφει χωρίς τη συναίνεση-ενημέρωση του δανειολήπτη.
Το πρόβλημα υπολογίζεται ότι αφορά περίπου 80.000 λογαριασμούς (πάνω από 35.000 φυσικά πρόσωπα και συνεταιρισμοί) που σήμερα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 1,5 δισ. (μαζί με τον εκτοκισμό των δανείων αγγίζουν τα 3,5-4 δισ.). Σε αυτό το πλαίσιο, αγρότες και συνεταιρισμοί βρίσκονται εγκλωβισμένοι, με την περιουσία τους δεσμευμένη σε έναν μηχανισμό εκκαθάρισης που τους στερεί τη δυνατότητα άντλησης ρευστότητας.
Όσοι από τους μεμονωμένους αγρότες προσέφυγαν στα δικαστήρια για την εξάλειψη της προσημείωσή τους δικαιώθηκαν βάσει της νομολογίας με τις υπ’ αριθμούς 24 και 26/2006 αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, οι οποίες δέχονται μεν ότι τα προνόμια της ΑΤΕ διατηρήθηκαν σε ισχύ με ίο άρθρο 26 § 4 του Ν. 1914/1990 και μετά τον Ν. 2076/1992, αλλά κάποια από αυτά (εκείνα στα οποία η κάθε απόφαση αφορά) και συγκεκριμένα τα προνόμια των άρθρων 11 § 4 και 14 § 1 του Ν. 4332/1929 – κατά την πρώτη απόφαση – και των όρθρων 11 § 4, 13 και 14 § 1 – κατά την δεύτερη απόφαση – είναι αντισυνταγματικά, ως αντικείμενα αφ’ ενός μεν στην αρχή της ισότητας (άρθρο 4 § 1 του Συντάγματος), διότι θέτουν τους οφειλέτες της ΑΤΕ σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους οφειλέτες άλλων Τραπεζών, χωρίς να επιβάλλεται η ρύθμιση αυτή από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος.
Και ερχόμαστε στο 2020 όπου οι «ενήμεροι» πιστωτικά αγρότες έρχονται αντιμέτωποι, για ακόμη μια φορά, με την βαρβαρότητα της κυβέρνησης η οποία, εν μέσω πανδημίας, τους προκαλεί να περάσουν μέσα από νέες συμπληγάδες! Από τη μια μεριά ο νέος πτωχευτικός νόμος και από την άλλη η εξαγορά από το δημόσιο της Τράπεζας Πειραιώς, με ακόμη έναν σκανδαλώδη τρόπο: Αγορά των μετοχών της 10 φορές πάνω από την αξία τους και κανένας έλεγχος από το κράτος!
Μελετώντας τον κατάπτυστο νέο πτωχευτικό νόμο, δεν βρήκαμε σε κανένα σημείο του αναφορά στους αγρότες, που αντιμετωπίζονται απ’ αυτόν όπως όλοι οι πολίτες, μη λαμβάνοντας υπόψιν κανένας διαχωρισμός της περιουσίας τους σε ατομική και σ’ αυτήν που είναι απαραίτητη για την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.
Για φανταστείτε λοιπόν έναν αγρότη που καθυστερεί μια δανειακή του υποχρέωση κατά 90 ημέρες; Η τράπεζα μπορεί να «κοκκινήσει» το δάνειό του και να το πουλήσει σε κάποιο από τα αρπακτικά ταμεία, τα οποία στη συνέχεια, σύμφωνα με τα εργαλεία που τους δίνει το έκτρωμα-πτωχευτικός, να το βγάλουν σε πλειστηριασμό στερώντας του ουσιαστικά τη δουλειά του!
Και όλα αυτά μάλιστα την ώρα που όλοι μας πληρώνουμε ακόμη μία φορά την διάσωση μιας συστημικής τράπεζας, χωρίς να αποκτούμε, σαν κράτος, κανένα δικαίωμα επ’ αυτής!
Για τη σωτηρία του πρωτογενούς τομέα προτείνουμε τα εξής:
1. Εξάλειψη όλων παράνομων προσημειώσεων και υποθηκών που η PQH και η υπό εκκαθάριση ΑΤΕ έκαναν στις περιουσίες των μεμονωμένων αγροτών, χωρίς την υποχρέωση της προσφυγής τους στη δικαιοσύνη.
2. Την δημιουργία ενός μηχανισμού διευθέτησης των οφειλών στην υπό εκκαθάριση ΑΤΕ, των εγκλωβισμένων αγροτών και των συνεταιρισμών που συνεχίζουν αποδεδειγμένα τη λειτουργία τους. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά του «Οδυσσέα» που το ΜέΡΑ25 προτείνει, ώστε οι αγρότες να μπορέσουν να ξεπληρώσουν τις οφειλές τους αλλά να μην χρειαστεί να εγκαταλείψουν την μέχρι τώρα εργασία τους.
3. Κατάργηση του «πτωχευτικού» και εξαίρεση της περιουσίας των αγροτών, που είναι απαραίτητη για την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, από αυτόν.
4. Ένταξη και των νέων κόκκινων δανείων των αγροτών στον παραπάνω προτεινόμενο μηχανισμό.
5. Δημιουργία μιας σύγχρονης Αναπτυξιακής Αγροτικής Τράπεζας που να μπορεί να ανταπεξέλθει στις νέες προκλήσεις ανάπτυξης του πρωτογενή τομέα και να βοηθήσει ουσιαστικά τους αγρότες στην αλλαγή και προσαρμογή των καλλιεργειών τους «για μια έξυπνη και ανθεκτική γεωργία, για την ενίσχυση της μέριμνας για το περιβάλλον και το κλίμα και για την ενίσχυση του κοινωνικοοικονομικού ιστού των αγροτικών περιοχών» σύμφωνα και με τις επιταγές τις ΕΕ αλλά και τη μετάβαση σε μία Πράσινη, Κυκλική πρωτογενή παραγωγή που το μέλλον μας επιτάσσει.
6. Διατήρηση του ελέγχου της Τράπεζας Πειραιώς μετά την αγορά της από το κράτος, και όχι νέο σκανδαλώδες ξεπούλημά της!
Η πρωτογενή παραγωγή είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας η οποία αν στηριχθεί σωστά μπορεί να αυξήσει τη συνεισφορά της στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν άμεσα, με την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής της σε αυτό (2,9% ήταν το 2019) και έμμεσα με αυξάνοντας την διατροφική επάρκεια της χώρας μας.
Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.