Σήμερα συζητείται στην ολομέλεια της Βουλής η αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος, δηλαδή των συνταγματικών προβλέψεων για τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους. Γνωρίζουμε, βέβαια, πως αφού απαιτούνται 180 ψήφοι για την αναθεώρησή του, και αφού η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία βρίσκεται σε μακαριότητα υπνηλίας ως προς την ανάγκη επικαιροποίησης του άρθρου και δεν προτίθεται να το αναθεωρήσει, οι προοπτικές αναθεώρησης του άρθρου 3 είναι μάλλον αδύναμες. Γνωρίζουμε επίσης πως τα ζητήματα σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους είναι πρωτίστως ζητήματα του κοινού νομοθέτη, της συνήθους νομοθεσίας, και δευτερευόντως μόνο απορρέοντα από το άρθρο 3 του Συντάγματος. Παρά τα παραπάνω γεγονότα, το ΜέΡΑ25 έχει προχωρήσει σε τεκμηριωμένη, σαφή θέση για την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 3, στην κατεύθυνση της εμπέδωσης του χωρισμού Εκκλησίας-Κράτους, του αυτοδιοίκητου της Εκκλησίας και της απελευθέρωσής της από το Κράτος, και της πραγματικής, συνταγματικής ουδετερότητας της Πολιτείας έναντι κάθε θρησκευτικής κοινότητας και ένωσης.
Σύμφωνα με την τρέχουσα συνταγματική διατύπωση προβλέπονται τα εξής:
«1. Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Eίναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
2. Tο εκκλησιαστικό καθεστώς που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές του Kράτους δεν αντίκειται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
3. Tο κείμενο της Aγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. H επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Aυτοκέφαλης Eκκλησίας της Eλλάδας και της Mεγάλης του Xριστού Eκκλησίας στην Kωνσταντινούπολη».
Το ΜέΡΑ25 προτείνει την αντικατάσταση της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ως εξής: «Η Ελληνική Πολιτεία είναι ουδέτερη έναντι των θρησκευτικών κοινοτήτων και ενώσεων. Οι θρησκευτικές κοινότητες και ενώσεις αποφασίζουν ελεύθερα για την εσωτερική οργάνωσή τους και είναι ίσες απέναντι στο νόμο.» Με βάση το παραπάνω, το ΜέΡΑ25 προτείνει την κατάργηση της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3.
Το σκεπτικό μας έχει ως εξής. Το άρθρο 3 του συντάγματος (α) ορίζει «επικρατούσα θρησκεία», (β) ορίζει λεπτομερώς τις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, την οποία περιγράφει με θεολογικούς όρους, με το Οικουμενικό Πατριαρχείο καθώς και τον τρόπο διοίκησής της, (γ) διασαφηνίζει ότι τα προηγούμενα δεν επηρεάζουν τις περιοχές της χώρας όπου η εκκλ. δικαιοδοσία δεν είναι η Εκκλησία της Ελλάδος (ενδεικτικά, Κρήτη και Δωδεκάνησα), και (δ) λόγω ενός συγκεκριμένου ιστορικού περιστατικού (Τα «Ευαγγελικά», ή Ευαγγελιακά, αιματηρά επεισόδια που έλαβαν χώρα στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου του 1901 με αφορμή τη δημοσίευση από την εφημερίδα Ακρόπολις των Ευαγγελίων μεταφρασμένων —στην πραγματικότητα μεταγλωττισμένων ή, αλλιώς, παραφρασμένων, κατά την τρέχουσα τότε άποψη— στη δημοτική γλώσσα από τον Αλέξανδρο Πάλλη στις 9 Σεπτεμβρίου 1901) ορίζει τα της μετάφρασης της Αγίας Γραφής.
Υπάρχουν δύο απόψεις για την διατύπωση περί «επικρατούσας θρησκείας». Η μία λέει ότι η συνταγματική πρόβλεψη είναι κανονιστική. Η δεύτερη ότι είναι απλώς περιγραφική μιας αριθμητικής πραγματικότητας. Για το ΜέΡΑ25, στην μεν πρώτη περίπτωση η πρόβλεψη περί «επικρατούσας θρησκείας» είναι ανεπιθύμητη —εάν έχει όντως κανονιστικό, δηλαδή υποχρεωτικό χαρακτήρα, και άρα αντιβαίνει εν τοις πράγμασι στη θρησκευτική ουδετερότητα και, εν πολλοίς, ελευθερία, και στη δεύτερη περίπτωση —την περιγραφική— περιττή σε ένα συνταγματικό κείμενο. Το ΜέΡΑ25 θεωρεί ότι η Ελληνική Πολιτεία οφείλει να είναι ουδέτερη έναντι των θρησκευτικών κοινοτήτων και ενώσεων, ανεξάρτητα από τις ποικίλες θρησκευτικές δεσμεύσεις διαφορετικών κομματιών του ελληνικού λαού και ακριβώς ούτως ώστε να προστατεύεται πληρέστερα η ελευθεροθρησκεία («αρετή ιδιάζουσα κατ’ εξοχήν εις το Ελληνικόν Έθνος» κατά τον Ελευθέριο Βενιζέλο) στη χώρα. Οι δε θρησκευτικές κοινότητες και ενώσεις, ίσες απέναντι στο νόμο, οφείλουν να μπορούν να αποφασίζουν ελεύθερα για την εσωτερική οργάνωσή τους. Αν η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει κάποια δύναμη ως εκ του Συντάγματος, αυτή απορρέει από το άρθρο 13 περί θρησκευτικής ελευθερίας, η οποία (θα έπρεπε να) ισχύει για όλες τις θρησκευτικές κοινότητες και ενώσεις: η ανάμειξη μιας συνταγματικής διατύπωσης περί «επικρατούσας θρησκείας», με ασαφή την κανονιστικότητα ή περιγραφικότητά της, αποτελεί μόνο πηγή επιπλοκών και ως ΜέΡΑ25 πιστεύουμε ότι δεν θα έπρεπε να έχει θέση στο Σύνταγμα.
Το ΜέΡΑ25 κρίνει πως δεν είναι το συνταγματικό κείμενο η πρέπουσα θέση για την περιγραφή της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία τυγχάνει και θα έπρεπε να τυγχάνει αυτοδιοίκητη — ούτε είναι δουλειά ενός συνταγματικού κειμένου η ρύθμιση των σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ένα συνταγματικό κείμενο οφείλει να είναι λιτό και να περιέχει τα απολύτως απαραίτητα. Το ΜέΡΑ25 θεωρεί πως οι πρόνοιες της 1ης παραγράφου για τα διοικητικά και δογματικά ζητήματα της εν Ελλάδι Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτελούν εσωτερικό ζήτημά της και όχι συνταγματικά απαραίτητη πρόνοια. Ως εκ τούτου, τα λοιπά της παραγράφου 1, καθώς και η παράγραφος 2, εκ των πραγμάτων περιττεύουν —αν ζητούμε μια αυτοδιοίκητη Εκκλησία, υποκείμενο θρησκευτικής ελευθερίας, και όχι μια πολιτειοκρατούμενη Εκκλησία, εργαλείο για τις εκάστοτε ιδεολογικές στοχεύσεις του κράτους— αφού η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με το «Η Ελληνική Πολιτεία είναι ουδέτερη έναντι των θρησκευτικών κοινοτήτων και ενώσεων. Οι θρησκευτικές κοινότητες και ενώσεις αποφασίζουν ελεύθερα για την εσωτερική οργάνωσή τους και είναι ίσες απέναντι στο νόμο». Η δε παράγραφος 3 είναι ούτως ή άλλως ιστορικά παρωχημένη και ξεπερασμένη εν τοις πράγμασι, αφού κατ’ ουσίαν αφορά συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός του παρελθόντος και η ανάγκη διασφάλισής της δεν ανήκει πλέον στο σύνταγμα της χώρας. Περιττή καθίσταται και η ερμηνευτική δήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, αφού κατά την πρότασή μας το συνταγματικό κείμενο δεν θα περιλαμβάνει αναφορά «επικρατούσας θρησκείας».
Η αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος σε μια τέτοια κατεύθυνση θα συνιστούσε μια πραγματικά έντιμη τομή στις σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους. Ακριβώς λόγω του έντιμου χαρακτήρα αυτής της τομής, εξυπακούεται πως αυτή είναι ανεπιθύμητη για την κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία, που όταν δεν πρόκειται για κατεδάφιση δικαιωμάτων και κεκτημένων, οπότε και είναι υπέρ συγκεκριμένων «νεωτερισμών», θυμάται το δόγμα «καλώς τα βρήκαμε, ας τα αφήσουμε έτσι».
Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.