Θα ήθελα, κατ’ αρχάς να πω, δεδομένου ότι βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, ότι είναι ένα στοίχημα στην επόμενη Βουλή να έχουμε περισσότερες γυναίκες.
Θα το καταφέρουμε αυτό;
Δεν έχω αυταπάτες, είναι ένα δύσκολο στοίχημα.
Αλλά είναι ένας συνεχιζόμενος αγώνας, για νασταματήσει η υποεκπροσώπηση των γυναικών στο κοινοβούλιο, αλλά και στα σημαντικά πόστα τηςχώρας.
Ως προς την προσωπική μου εμπειρία, είναι ωραίο να είσαι στο κοινοβούλιο σε νεαρή ηλικία.
Γιατί έχεις να δεις πράγματα νωρίς, πιο νέα.
Αλλά έχει και πολλές προκλήσεις και ως προς το να είσαι γυναίκα και ως προς το να είσαι νέα.
Η νεότερη γενιά είναι πιο έτοιμη από γυναίκες να μπει ενεργά στον στίβο της πολιτικής.
Προσωπικά, ο λόγος που ήθελα να ασχοληθώ με την πολιτική ήταν διττός.
Από τη μία τα θέματα της πατριαρχίας που μπορεί να υφίσταται μία γυναίκα λόγω του ρόλου της στην κοινωνία.
Από την άλλη, όλα αυτά που συμβαίνουν συγχρόνως που είναι οι μνημονιακές πολιτικές και τα άλλα δεινά του τόπου.
Η ισότητα δεν έχει επιτευχθεί, γιατί και σε χώρους εργασιακούς, όπως οι εταιρείες, οι γυναίκες θα αντιμετωπίσουν εργασιακή επισφάλεια, χαμηλότερους μισθούς, ακόμη και σεξουαλική παρενόχληση.
Καθώς είχα την ιδιαιτερότητα να είμαι η νεότερη γυναίκα βουλεύτρια και γενικότερα το νεότερο μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου, είχα ένα διπλό χρέος να εκπροσωπήσω και τις γυναίκες και τη νεότερη γενιά στο κοινοβούλιο.
Για αυτό άλλωστε είχα αποφασίσει να ασχοληθώ με την πολιτική.
Ανήκω στη γενιά που η ενηλικίωσή μας συνέπεσε με το ξέσπασμα της κρίσης.
Ήθελα να εκπροσωπήσω στη Βουλή όλες τις νέες και τους νέους, που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, που αναγκάζονται είτε να μεταναστεύσουν, είτε να ζουν στην Ελλάδα σε ένα καθεστώς διαρκούς εργασιακής επισφάλειας.
Και να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να σταματήσει αυτό.
Αλλά δυστυχώς ακόμη και μέσα στα προβλήματα που έχει η γενιά μου, αλλά και η γενιά που είναι νεότερη από μένα, δεν υπάρχει ισότητα.
Οι γυναίκες σε πολύ μεγαλύτερα ποσοστά θα αντιμετωπίσουν την εργασιακή επισφάλεια, χαμηλότερους μισθούς και σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο της εργασίας.
Οι προκλήσεις ήταν πολλές. Κατ’ αρχάς, οι γυναίκες είναι πάρα πολύ λίγες στη Βουλή.
Ήμασταν μόλις 58 γυναίκες από τις 300 βουλευτικές θέσεις.
Το γεγονός αυτό δεν τιμάει καθόλου τη χώρα μας.
Σας θυμίζω ότι η κυβέρνηση του 2019, όταν μπήκα στη Βουλή, είχε μόλις 5 γυναίκες.
Η τρομακτική αυτή υποεκπροσώπηση είχε επισύρει τη διεθνή κατακραυγή.
Δημοσιογράφος του Μπι Μπι Σι είχε ζητήσει μάλιστα συνέντευξη με τον πρωθυπουργό και τον ρώτησε με απορία αν υποστηρίζει την ισότητα ανάμεσα στα φύλα.
Ο πρωθυπουργός είχε κάνει ακόμα χειρότερα τη θέση της κυβέρνησης προφέροντας τη διαβόητη σεξιστική απάντηση:
«Δυστυχώς δεν υπάρχουν τόσες γυναίκες που θα ενδιαφέρονταν να ασχοληθούν με την πολιτική».
Η δημοσιογράφος του Μπι Μπι Σι η κυρία Μπαντάουι ήταν έκπληκτη. Τον ρώτησε:
«Μιλάτε σοβαρά; Σε ολόκληρη τη χώρα, με όλες αυτές τις υπέροχες γυναίκες;».
Παρατήρησε μάλιστα ότι η πλειονότητα των υπουργών ήταν εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα καισίγουρα θα μπορούσαν να βρεθούν σημαντικές Ελληνίδες, μάλιστα πρότεινε στον πρωθυπουργό να του τις βρει η ίδια, άμα δυσκολεύεται.
Ο πρωθυπουργός, κάνοντας τη θέση του πιοδύσκολη απάντησε:
«Ζήτησα από πολλές γυναίκες να μπουν στην κυβέρνηση, αλλά ήταν πολύ πιο διστακτικές να το κάνουν από τους άντρες».
Συνέχισε μέχρι τέλους να αναπαράγει σεξιστικά στερεότυπα.
Στα ελληνικά μίντια υπάρχουν σεξιστικές συμπεριφορές και θα πρέπει αυτό να εξαλειφθεί,.
Είδαμε λόγου χάρη στον ΣΚΑΙ να λέειδημοσιογράφος σε μια βουλεύτρια ότι χτες ήταν 8 Μαρτίου σήμερα είναι άλλη μέρα και μπορείς και να μη μιλήσεις.
Αυτό που θα ήθελα κυρίως να θίξω είναι η αντιμετώπιση ορισμένων δημοσιογράφων, που δουλεύουν σε συστημικά μίντια.
Όταν είσαι γυναίκα βουλεύτρια, επιμένουν να μην ακούν τις πολιτικές σου θέσεις, όσο σοβαρές να είναι.
Γυρνάνε με επιτήδειο τρόπο τη συζήτηση σε θέματα πιο προσωπικά και ευαίσθητα.
Θέτουν σε μια γυναίκα ερωτήματα που δεν θα τολμούσαν να θέσουν σε έναν άντρα.
Υπάρχει αυτό το φαινόμενο, αυτά τα υπολείμματα της πιο αποκρουστικής πατριαρχίας.
Όποτε είχα απέναντί μου σεξιστική αντιμετώπιση από δημοσιογράφους και επέμεναν να γυρνάνε, την κουβέντα σε θέματα μη πολιτικά αλλά προσωπικά, με τον σεξισμό να υποβόσκει, επανέφερα συστηματικά τη συζήτηση στα πολιτικά θέματα.
Το ζήτημα είναι γενικότερο να δούμε πώς θα ενδυναμωθούν οι γυναίκες και πώς θα εμπλακούν με τα κοινά σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Πώς όμως θα γίνει αυτό, όταν όλη αυτήν την τετραετία είχαμε μια γενική οπισθοδρόμηση στα έμφυλα ζητήματα;
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς;
Την επίμονη άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης να εντάξει τον όρο γυναικοκτονία στον ποινικό κώδικα;
Ζήσαμε μια άνευ προηγουμένου έξαρση των γυναικοκτονιών αυτό το διάστημα λόγω και της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της κακής διαχείρισης της πανδημίας.
Αλλά και της εμπέδωσης της πατριαρχίας στην κοινωνία ότι μπορεί ο υποτίθεται ισχυρός νακακοποιεί και μάλιστα έως θανάτου τον πιο αδύναμο και αυτό να είναι εντάξει.
Είχαμε φτάσει συνδικαλιστής της αστυνομίας να δίνει από την τηλεόραση συμβουλές σε επίδοξους γυναικοκτόνους πώς να πέφτουν στα ελαφρά.
Και το τραγικό είναι ότι οι επόμενοι γυναικοκτόνοι τις ακολούθησαν τις συμβουλές αυτές κατά γράμμα.
Ο συνδικαλιστής απομακρύνθηκε από τη θέση του, αλλά το κακό είχε γίνει.
Και μιλάμε για τραγωδίες.
Σε αυτό το πλαίσιο προσπαθήσαμε επανειλημμένα να εξηγήσουμε στον Υπουργό ότι ο όρος γυναικοκτονία αφορά σε εγκλήματα που έχουν έμφυλο χαρακτήρα, δηλαδή όταν μια γυναίκα σκοτώνεται επειδή είναι γυναίκα.
Για αυτό πρέπει να μπει στη νομοθεσία, για να φέρει ειδική απαξία ως έγκλημα.
Όπως έχει γίνει σε προηγμένες χώρες.
Αντιμετωπίσαμε άρνηση.
Άλλο ένα τεράστιο αγκάθι είναι η υποχρεωτική συνεπιμέλεια.
Δεν προστατεύεται το παιδί, δεν προστατεύεται η μάνα.
Προστατεύεται, τι; Το δίκαιο του αίματος και η γονεϊκότητα, ως υπέρτερες αξίες ακόμα και από την ευημερία του παιδιού!
Τα παιδιά υποβαθμίζονται σε αντικείμενα και οι γυναίκες σε παιδομηχανές.
Σύμφωνα με τους ίδιους τους εισηγητές αυτού του απαράδεκτου νομοσχέδιου, «ο ρόλος της γυναίκας είναι αυτός της αναπαραγωγής και ανατροφής».
Δεν έχει δηλαδή θέση στην πολιτική η γυναίκα, έχει άλλο ρόλο… Εμπρός για πίσω, επιτρέψτε μου να πω.
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση έδειχνευποκριτική ευαισθητοποίηση για το me too, έστελνεΜΑΤ για ξύλο και καταστολή κατά άοπλων και ειρηνικών γυναικών που βγήκαν να διαμαρτυρηθούν, για να μη γίνουν κανονικότητα οι γυναικοκτονίες. Είχαμε μάλιστα την ημέρα για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και συλλήψεις γυναικών που ήθελαν να ενημερώσουν με πανό.
Αυτά τα τέσσερα χρόνια η Βουλή των Ελλήνων πέρασε μισογυνικές διατάξεις τη μία μετά την άλλη.
Νόμους που εμπορευματοποιούν το σώμα της γυναίκας, μετατρέποντας τις μήτρες τους σε προς μίσθωση από πλούσια ζευγάρια.
Νόμο που, σε μια έξαρση ρεβανσισμού εναντίον των κατακτήσεων φεμινιστριών, επιβάλλει στα δικαστήρια την υποχρεωτική συνεπιμέλεια παιδιών εκεί που δεν υπάρχουν ανθρώπινες συνθήκες για συνεπιμέλεια.
Πρόκειται για μια κυβέρνηση που πασχίζει να ταυτίσει την γυναίκα με την μήτρα – να υποβιβάσει τη γυναίκα σε έγκυο-εργάτρια και σε δωρεάν οικιακή εργασία.
Για αυτό ως ΜέΡΑ25 επιμείναμε ότι ο φεμινισμός αφορά και τις γυναίκες και την χειραφέτησή τους, αλλά αφορά και τη χειραφέτηση των ανδρών από συστήματα εξουσίας που, επειδή είναι πατριαρχικά, καταπιέζουν και θυματοποιούν και εκείνους.
Και με αυτό το μήνυμα θα ήθελα να κλείσω, λέγοντας ότι έχουμε χρέος και για τις γυναίκες και για τους άντρες να εξαλείψουμε τον σεξισμό σε κάθε χώρο εργασίας.
Να σταματήσουν τα στερεότυπα.
Για να ενδυναμωθούν οι γυναίκες και να μπορούν να εκπροσωπηθούν και στην πολιτική και στους χώρους εργασίας.
Μαρία Απατζίδη, Βουλευτής του ΜέΡΑ25 Ανατολικής Αττικής
Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.