Αρχειοθέτηση της μήνυσης των αστυνομικών σε βάρος της βουλεύτριας του κόμματος Αγγελικής Αδαμοπούλου

Ανακοινώσεις ΜέΡΑ25
08 Φεβ, 2022

Δικαίωση για τη βουλεύτρια του ΜέΡΑ25 Αγγελική Αδαμοπούλου, αλλά και ανάχωμα στην προσπάθεια της κυβέρνησης για ορμπανοποίηση Ελληνικής Δημοκρατίας, στάθηκε η αμετάκλητη απόρριψη με Εισαγγελική Διάταξη της έγκλησης της «Ένωσης Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας», που στράφηκε εναντίον της βουλεύτριας ζητώντας (και πετυχαίνοντας) την άρση της ασυλίας της, με το πρόσχημα της συκοφαντικής δυσφήμησης.

Η έγκληση δεν έφτασε καν σε ακροατήριο, αρχειοθετήθηκε – η Αγγελική Αδαμοπούλου δικαιώθηκε.

Θυμίζουμε ότι στα τέλη του 2020, οι βουλευτές της ΝΔ και κομμάτι της ΚΟ του ΚΙΝΑΛ υπερψήφισαν την άρση ασυλίας της βουλεύτριας του ΜέΡΑ25 Αγγελικής Αδαμοπούλου. Υπερψήφισαν παρότι γνώριζαν πως με την κίνησή τους αυτή ουσιαστικά ποινικοποιούν την ελευθερία του λόγου του Βουλευτή, ποινικοποιούν δηλαδή το δικαίωμα της ελεύθερης πολιτικής έκφρασης από το βήμα του Κοινοβουλίου, ένα δικαίωμα που πηγάζει από το ίδιο το Σύνταγμα ρητά.

Το ερώτημα είναι «γιατί το έκαναν;»

Όπως ανέφερε η ίδια η Αγγελική Αδαμοπούλου στη σημερινή της τοποθέτηση από το βήμα: «Ίσως ήταν τόσο μεγάλη η πολιτική πρεμούρα και η διάθεση για να περάσει κάποιο μήνυμα να μην πολυμιλάμε εδώ μέσα γιατί στο άψε-σβήσε θα βρεθούμε με τη βούλα της πλειοψηφίας κατηγορούμενοι».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας της:

Θα ήθελα να περάσω σε ένα ζήτημα το οποίο έφτασε -πολύ άστοχα, πολύ άκομψα και πολύ ύποπτα, κατά τη γνώμη πάρα πολλών- στο σημείο να ξεπεράσει κατά πολύ τα προσωπικά όρια μου ως πολίτη και ως πολιτικού, και που είχε απασχολήσει έντονα τη Βουλή στα τέλη του 2020. Αναφέρομαι, βεβαίως, στην τότε απόφαση της Ολομέλειας να άρει τη βουλευτική μου ασυλία λόγω έγκλησης που υπέβαλε ένα συλλογικό όργανο, δηλαδή η πρωτοβάθμια συνδικαλιστική «Ένωση Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας», για μια αποστροφή του λόγου μου σε ομιλία μου το καλοκαίρι του 2020 σ’ αυτή εδώ την αίθουσα, από αυτό ακριβώς το βήμα που σας μιλώ και τώρα.

Καταρχήν λοιπόν, να ενημερώσω το Σώμα και το Προεδρείο ότι με Διάταξη της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών απορρίφθηκε αμετάκλητα κατ’ άρθρο 51 παρ.2 και 3 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αυτή η έγκληση εναντίον μου. Μια έγκληση για κάποια δήθεν συκοφαντική δυσφήμηση που δήθεν διέπραξα δήθεν εις βάρος της Αστυνομίας όταν σ’ αυτή την αίθουσα ως ειδική αγορήτρια του MέΡΑ25, κατά τη συζήτηση ενός πολύ σκληρού νομοσχεδίου του κυρίου Χρυσοχοΐδη για τις “Δημόσιες Υπαίθριες Συναθροίσεις”, ανέλυα ένα-ένα τα μεγάλα προβλήματα και του νομοσχεδίου αλλά και των κατασταλτικών μέτρων στη χώρα μας. Όταν στην ίδια ομιλία επεσήμανα τον κίνδυνο κατάχρησης του δικαιώματος της αστυνομίας για προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο των δημόσιων συναθροίσεων, όταν μιλούσα για τον κίνδυνο μετάθεσης ευθυνών από την αστυνομία στους εκπροσώπους των εργαζομένων και των συλλογικοτήτων για την “τήρηση της τάξης” σε περίοδο όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων, όταν παρουσίαζα τα κοινωνικά προβλήματα και υπερασπιζόμουν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα όπως μας τα έμαθε η επιστήμη που του δικαίου σπουδάσαμε, κάποιοι -εμπειρότατοι νομικοί-συνάδελφοι τον Δεκέμβριο του 2020 επέλεξαν όλα αυτά να τα ξεχάσουν, και θα μιλήσω για αυτούς τους καλούς κυρίους αργότερα.

Θα μιλήσω γιατί αυτό είναι άλλωστε και το μεγάλο φιάσκο, όχι μόνο της διαδικασίας, αλλά και του ίδιου του πολιτικού ήθους της κυβέρνησης κι ενός κοινοβουλευτισμού που ολοένα ολισθαίνει επικίνδυνα. Προηγουμένως όμως, θα θυμίσω ότι στην ίδια ομιλία μου είχα τονίσει την ανάγκη συστηματικής, σοβαρής, και σύγχρονης εκπαίδευσης των αστυνομικών υπαλλήλων, κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, προκειμένου και οι ίδιοι να επιτελούν σωστά και με ασφάλεια για όλους το έργο τους, αλλά πρωτίστως να διαφυλάσσονται τα δικαιώματα των πολιτών από άστοχες ή υπερβολικές ενέργειες αστυνομικών οργάνων κατά την εκτέλεση των επιχειρησιακών τους σχεδιασμών. Μάλλον, λοιπόν, όλα αυτά που έλεγα τότε και σας τα υπενθύμισα τώρα ήταν τόσο δυσφημιστικά και παράλογα που τα γράψατε στα παλιά σας τα παπούτσια και φτάσαμε στο τραγικό σημείο πρόσφατα να έχουμε νεκρό νεαρό καταδιωκόμενο Ρομά για να αφυπνιστεί ο σημερινός Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και να εξαγγείλει σχέδια εκπαίδευσης και εκσυγχρονισμού της Αστυνομίας. Με στοιχεία και αποδείξεις και με καταγεγραμμένα κοινοβουλευτικά πρακτικά εμείς τα λέγαμε στο «παρά τέταρτο», κύριες και κύριοι της Κυβέρνησης, εσείς τώρα ήρθατε στο «και τέταρτο» να μας παρουσιάσετε όχι έργα και δράσεις, αλλά ανακοινώσεις για το τι ΘΑ κάνετε. Επειδή, λοιπόν, ο κύριος Στυλιανίδης πριν λίγες μέρες έβαλε δημόσια ηθικό όριο παραίτησης υπουργού τον ένα θάνατο πολίτη, να μας πει κι ο κύριος Θεοδωρικάκος αν περιμένει έναν ακόμη θάνατο για να περάσει από τα λόγια στα έργα ή για να παραιτηθεί.

Ήρθε, λοιπόν, η κυρία Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Αθηνών κυρία Τσίχλη με την υπ’ αρ. 3389/2021 διάταξη και είδε προσεκτικά και τα περιστατικά και τον νόμο και το υπόμνημά μου -και εδώ θα ήθελα να ευχαριστήσω δημόσια και τον συνήγορό μου, κ. Μ.Χ. για την εξαιρετική του συμβολή- και απεκατέστησε όχι μόνο τον ορθό νομικό λόγο για τον οποίο δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι οι εισηγητές και οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας τον είχατε κουρελιάσει, αλλά και την αξιοπρέπεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας αλλά και κάποιων συναδέλφων του τάχα πολύ προοδευτικού ΚΙΝΑΛ, που όλοι μαζί επέλεξαν συνειδητά να συρθούν πίσω από αδιανόητα επιχειρήματα που θα μπορούσε να αντικρούσει κι ένας τριτοετής φοιτητής Νομικής. Γιατί αυτό που συνέβη, κυρίες και κύριοι της πλειοψηφίας, ήταν ότι τρεις έγκριτοι και έμπειροι νομικοί δικοί σας, ο κύριος Πλεύρης που σήμερα είναι και επισπεύδων Υπουργός, ο κύριος Μπούγας, και βεβαίως και ο κύριος Αθανασίου που διετέλεσε και Αρεοπαγίτης, αράδιασαν σωρό τους προσχηματικούς ισχυρισμούς που δεν άντεχαν στη βάσανο καμίας πάγιας νομολογίας και καμίας απολύτως κρατούσας νομικής αντίληψης.

Ίσως ήταν τόσο μεγάλη η πολιτική πρεμούρα και η διάθεση για να περάσει κάποιο μήνυμα να μην πολυμιλάμε εδώ μέσα γιατί στο άψε-σβήσε θα βρεθούμε με τη βούλα της πλειοψηφίας κατηγορούμενοι, που οι συνάδελφοι έπαθαν επιλεκτική νομική αμνησία εκείνες τις ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, εγώ τους εύχομαι να την έχουν πλέον ξεπεράσει, και θα διαβάσω και στους ίδιους αλλά και στους υπόλοιπους που τότε υπερψήφισαν κάποια χωρία από την εισαγγελική διάταξη, για να το θυμάστε πλέον αν τυχόν έρθει κανένας άλλος συνάδελφος στην ίδια δυσάρεστη θέση που βρέθηκα κι εγώ.

Πρώτον: «παθητικό υποκείμενο του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης μπορεί να είναι μεν τα φυσικά πρόσωπα, μέλη ενός νομικού προσώπου, τα οποία σημειωτέον εν προκειμένω ουδόλως προέκυψε ότι εξουσιοδότησαν το εγκαλών νομικό πρόσωπο να προβεί στην κατάθεση της υπό κρίση έγκλησης, ωστόσο αυτά με τον ομαδικό χαρακτηρισμό θα πρέπει να μπορούν να προσδιοριστούν σαφώς», και

Δεύτερον: «δεν αρκεί για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της δυσφήμησης, απλής ή συκοφαντικής, αλλά και της εξύβρισης, η αναφορά γενικά «η αστυνομία» ή «οι αστυνομικοί» ή «τα αστυνομικά όργανα».

Τρίτον: «υπό τα περιστατικά αυτά φρονούμε ότι δεν συντρέχει περίπτωση για την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος της εγκαλουμένης για το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης. Κατόπιν τούτων, η υπό κρίση έγκληση τυγχάνει απορριπτέα ως νομικά αβάσιμη.»

Ελπίζω, λοιπόν, ότι η συνεπής και ορθή νομική σκέψη της κυρίας Εισαγγελέως θα βοηθήσει για να εντυπωθεί πλέον σε όλους το εντελώς αυτονόητο, ότι δηλαδή εδώ μέσα πρέπει να μιλάμε άφοβα. Κι αν τυχόν αμφιβάλλει η πλειοψηφία για αυτό, δεν αμφιβάλλουν καθόλου εκείνοι που εκπροσωπούν την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και ενδιαφέρονται γνήσια για την εφαρμογή του συνταγματικού και του ποινικού κανόνα. Ελπίζω, επίσης, να γίνει κατανοητό ότι το «νόμω αβάσιμο» της έγκλησης είναι κάτι πολύ περισσότερο από το απλώς «απαράδεκτο», γιατί αναφέρεται στη βαθιά ουσία της αντικειμενικής υπόστασης και λέει κάτι για να το ακούσουν όλοι: ότι εδώ καταγγέλλεται ως αξιόποινη μια πράξη που το δίκαιό μας δεν τη θεωρεί έγκλημα, αλλά και που είναι αδύνατο να θίξει οποιονδήποτε, ακόμη και ατομικά. Και ελπίζω αν τυχόν χρειαστεί στο μέλλον, που το απεύχομαι, όλες οι πτέρυγες της Βουλής να ανατρέξουν στη διάταξη υπ’ αρ. 3389/2021 ως διδαχή του τι δεν εστί συκοφαντική δυσφήμιση και του τι εστί ελευθερία έκφρασης του βουλευτή.

Ελπίζω, επίσης, για το καλό της Δημοκρατίας και της πατρίδας να βάλετε μυαλό στο εξής και να καταλάβετε πόσο επικίνδυνα προσπαθήσατε να συμβάλλετε στην ποινικοποίηση της γνώμης που διατυπώνει ο βουλευτής και μάλιστα κατά την αρχετυπική μορφή άσκησης των καθηκόντων του, που είναι βεβαίως η ομιλία του στο Κοινοβούλιο.

Επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, τουλάχιστον απέμειναν δύο «καλά» από αυτή τη θεσμική σας απρέπεια. Το πρώτο είναι ότι πέρασα από αυτή τη δοκιμασία και όχι μόνο παρέμεινα αβλαβής σε όλη της τη διάρκεια, αλλά ότι έγινα πιο δυνατή. Το δεύτερο και μακράν πιο σημαντικό ήταν ότι καταφέρατε να συσπειρώσετε βουλευτές από όλη την αντιπολίτευση σε μια κοινή γραμμή και σε ομοβροντία, για πρώτη φορά -αν δεν κάνω λάθος- από τότε που γίνατε Κυβέρνηση. Ήρθαν και άρθρωσαν εδώ μέσα υψηλής αξίας νομικό και πολιτικό λόγο συνάδελφοι όχι μόνο του ΜέΡΑ25 αλλά όλων των παρατάξεων -πλην Λακεδαιμονίων βεβαίως- και οφείλω ως αναγνώριση να ευχαριστήσω σήμερα δημοσίως τον κ. Κατρούγκαλο, τον κ. Καστανίδη, τον κ. Γκιόκα, τον κ. Τζανακόπουλο, τον κ. Καμίνη, τον κ. Χήτα, την κ. Κασιμάτη, τον κ. Μυλωνάκη, τον κ. Βούτση, την κ. Πούλου, τον κ. Δρίτσα, τον κ. Πολάκη, τον κ. Ζαχαριάδη, την κ. Αναγνωστοπούλου, και συγχωρήστε μου αν ξεχνώ κάποια ή κάποιον ακόμη. Κι αυτό απέδειξε ότι όρια και σφυγμός και δημοκρατικά αντανακλαστικά υπάρχουν ακόμη στο πολιτικό σύστημα, και σήμερα βλέπετε ότι τις δικαιώνει έμπρακτα η ελληνική Δικαιοσύνη.

Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο