Για το θρίλερ των Αμερικάνικων εκλογών, την επόμενη μέρα του Μπάιντεν, τη διαχείριση της πανδημίας και τον ”τραμπισμό”, μίλησε στο News 24/7 ο Κώστας Κανελλόπουλος, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΜέΡΑ25.
Αλέξανδρος Πηγαδάς
Ο 77χρονος Τζο Μπάιντεν είναι ο 46ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, δίνοντας τέλος στο θρίλερ μιας εκλογικής αναμέτρησης που κράτησε για τρία συνεχόμενα 24ωρα. Προτού γίνει ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία, ο Μπάιντεν διετέλεσε αντιπρόεδρος υπό τον πρώην Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.Την ίδια ώρα, η Καμάλα Χάρις έγινε η πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρος και η πρώτη μαύρη γυναίκα σε αυτή την θέση.
Καθ ‘όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών υποστήριξε ότι διακυβεύεται η «ψυχή του έθνους» και υποσχέθηκε ότι θα επιδιώξει να θεραπεύσει μια χώρα που έχει καταστραφεί από την προεδρία του Τραμπ.
Από την άλλη πλευρά, ο Ντόναλντ Τραμπ αυτοανακηρύχθηκε πρόωρα νικητής των εκλογών, ενώ δεν είχε ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των ψήφων. Από τις πρώτες ώρες μετά το κλείσιμο της κάλπης, ο Τραμπ και το επιτελείο του έκαναν λόγο για παρανομίες στην εκλογική διαδικασία προαναγγέλλοντας ότι θα προσφύγει στη δικαιοσύνη.
Το μόνο σίγουρο ότι η επόμενη ημέρα για τις ΗΠΑ μόνο εύκολη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς η εκτόξευση της ανεργίας, η διαχείριση της πανδημίας στο εσωτερικό, αλλά και ο μεγάλος ανταγωνισμός με την Κίνα στο εξωτερικό δεν αφήνουν κανένα εφησυχασμό.
Ο Κώστας Κανελλόπουλος, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης και μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης μίλησε στο News24/7 για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, την επόμενη μέρα, τον ”τραμπισμό”, αλλά τα δείγματα γραφής που έχουμε μέχρι στιγμής από τον Τζο Μπάιντεν.
Μετά από ένα πολυήμερο θρίλερ καταμέτρησης ψήφων, ο Τζο Μπάιντεν είναι νικητής των αμερικανικών εκλογών. H δύσκολη επικράτηση του Μπάιντεν οδηγεί τις ΗΠΑ σε περίοδο εσωστρέφειας;
Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό αυτών των εκλογών ήταν η πολύ αυξημένη συμμετοχή. Ο υποψήφιος του Δημοκρατικού κόμματος κέρδισε, όπως αναμενόταν και όπως επανειλημμένα είχαν καταγράψει οι δημοσκοπήσεις, με άνεση τη λαϊκή ψήφο και λιγότερο άνετα την πλειοψηφία των εκλεκτόρων.
Οι πολίτες των ΗΠΑ είναι πολύ περισσότερο εξοικειωμένοι από ότι εμείς ως εξωτερικοί παρατηρητές με το πολύπλοκο σύστημα που εφαρμόζεται στις προεδρικές εκλογές της χώρας τους, συνεπώς παρόλη την πόλωση που έχει δημιουργηθεί είναι μάλλον απίθανο να διαμορφωθούν συνθήκες αμφισβήτησης της νομιμότητας της εκλογής Μπάιντεν. Οι δύο μήνες που μεσολαβούν μέχρι την ανάληψη καθηκόντων του νέου Προέδρου δείχνουν την ισχύ και το αδιάλειπτο της αμερικάνικης διοίκησης, δεν συνιστούν κενό εξουσίας ούτε οδηγούν σε εσωστρέφεια.
Ο Μπάιντεν θα μπορέσει να δημιουργήσει κλίμα συναίνεσης με τη γερουσία, που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους; Ποιο είναι το πρώτο “μεγάλο στοίχημα” που θα πρέπει να κερδίσει, διαχείριση πανδημίας ή ανεργία;
Ο Τζο Μπάιντεν υπήρξε επί 36 συναπτά έτη Γερουσιαστής και επί 8 χρόνια Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Είναι δηλαδή εξέχον μέλος και βαθύς γνώστης του πολιτικού κατεστημένου και των μηχανισμών του, οπότε για τους περισσότερους σχολιαστές θεωρείται ότι είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να δημιουργήσει κλίμα διακομματικής συνεργασίας και συναίνεσης. Τώρα αν αυτή η διακομματική συναίνεση, στο βαθμό που επιτευχθεί, επαρκεί για να δρομολογηθούν σε ομοσπονδιακό επίπεδο οι μεταρρυθμίσεις εκείνες που είναι απαραίτητες για να επουλωθούν οι μεγάλες πληγές που έχουν προκαλέσει στην αμερικάνικη κοινωνία η χρόνια όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και ο ρατσισμός, είναι κάτι που μένει να φανεί.
Η εξέλιξη της πανδημίας είναι δηλωτική της κατάστασης που επικρατεί στις ΗΠΑ: Η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, με τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους και με τον ισχυρότερο στρατό, είναι ταυτόχρονα η πιο ευάλωτη χώρα στην πανδημία με τα περισσότερα κρούσματα και τους περισσότερους νεκρούς στον κόσμο. Με δεδομένη αυτή την εκατόμβη θυμάτων το «στοίχημα» της αντιμετώπισης της πανδημίας στις ΗΠΑ έχει ήδη χαθεί. Η έλλειψη ενός δημόσιου συστήματος υγείας που να προσφέρει καθολική κάλυψη στους πολίτες υπήρξε καθοριστική ως προς αυτή τη δυσάρεστη εξέλιξη. Αν ο Μπάιντεν ως Πρόεδρος, σε αντίθεση με ό,τι κατάφερε σαράντα τέσσερα χρόνια ως Γερουσιαστής και Αντιπρόεδρος, μπορέσει να συμβάλει στη δημιουργία ενός δημόσιου συστήματος υγείας θα είναι μια πολύ ευχάριστη έκπληξη πρώτα από όλα για τα εκατομμύρια των Αμερικανών πολιτών που σήμερα στερούνται οποιασδήποτε ιατροφαρμακευτικής κάλυψης και περίθαλψης.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα ακολουθήσει άλλη στρατηγική στα ελληνοτουρκικά; Τελικά μας συμφέρει (ως προς το θέμα της Τουρκίας) που βγήκε ο Μπάιντεν;
Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ αλλάζει κάθε φορά που εκλέγεται νέος Πρόεδρος. Η εκάστοτε αλλαγή φρουράς στο Λευκό Οίκο και ο εκάστοτε ένοικος αφήνουν βέβαια κάποιο αποτύπωμα αλλά η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, όπως και των περισσοτέρων χωρών, διαμορφώνεται και υπηρετεί μια πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική. Οι ΗΠΑ ήδη από την προεδρία Ομπάμα εστιάζουν περισσότερο το ενδιαφέρον τους στην Ανατολική Ασία και στην αντιμετώπιση της ανόδου της Κίνας και λιγότερο στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και αυτός ο προσανατολισμός τους δεν άλλαξε επί προεδρίας Τράμπ.
Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα και η Τουρκία παραμένουν για τις ΗΠΑ δύο σύμμαχοι σημαντικοί για τη διατήρηση τού υπέρ τους status quo, σε μια περιοχή όμως που δεν έχει τη σημασία που είχε στο πρόσφατο παρελθόν. Αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Τουρκία επιχειρεί ακριβώς να εκμεταλλευτεί αυτή την αλλαγή προτεραιοτήτων και την εικαζόμενη απόσυρση των ΗΠΑ για να αυξήσει τη δική της επιρροή. Αν κάτι τέτοιο ισχύει, και στο βαθμό που δεν θίγονται στον πυρήνα τους τα αμερικάνικα συμφέροντα, δεν βλέπω το λόγο γιατί να μην συνεχίσουν και επί προεδρίας Μπάιντεν να γίνονται ανεκτές οι προβολές ισχύος της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε κάθε περίπτωση πάντως και ανεξάρτητα από τα αμερικάνικα συμφέροντα και του εκάστοτε Προέδρου που τα εκπροσωπεί, το μόνο που συμφέρει τους λαούς της περιοχής είναι η ειρηνική διευθέτηση των όποιων διαφορών.
Πώς εξηγείται το γεγονός ότι o Τραμπ έλαβε περισσότερες ψήφους σε σχέση με το 2016, παρά την εκτόξευση της ανεργίας και την κακή διαχείριση της πανδημίας;
Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα έχει βαθιές ρίζες στην αμερικάνικη κοινωνία και ένα μεγάλο κομμάτι πολιτών ψηφίζει πάντα με βάση τις παραδοσιακές του πολιτικές ταυτίσεις. Δίπλα σε αυτή την έτσι κι αλλιώς σημαντική εκλογική βάση το 2016 προστέθηκε μια κρίσιμη μάζα δυσαρεστημένων πολιτών που έδωσε μια αναπάντεχη νίκη σε ένα μη επαγγελματία πολιτικό όπως ο Ντόναλντ Τράμπ. Οι πολίτες αυτοί ήταν δυσαρεστημένοι από τον τρόπο που αντιμετώπισε την καπιταλιστική κρίση του 2008 η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπό την προεδρία Ομπάμα διασώζοντας τις τράπεζες με τα χρήματα των φορολογούμενων και αυξάνοντας στην ουσία τις κοινωνικές ανισότητες.
Αυτή η κρίσιμη μάζα συνέχισε να βλέπει στη ρητορική και σε κάποιες επιμέρους πολιτικές του Ντ. Τράμπ έναν υπερασπιστή των συμφερόντων της, και στις εκλογές του 2020 όχι μόνο δε μειώθηκε αλλά αυξήθηκε κατά πολύ αφού θεώρησε ότι έχει απέναντί της το αμερικάνικο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο στο σύνολό του. Το εντυπωσιακό είναι ότι μια άλλου τύπου και σύνθεσης κρίσιμη μάζα δυσαρεστημένων πολιτών συσπειρώθηκε μαζικά στην κάλπη των Δημοκρατικών ακριβώς για να φύγει ο Τράμπ. Καταλυτικός νομίζω ότι υπήρξε εδώ ο ρόλος που διαδραμάτισε το κίνημα Black Lives Matter με τις μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για τη στυγερή δολοφονία του George Floyd από τις αστυνομικές αρχές το καλοκαίρι που μας πέρασε.
Σε αντίθεση με τον Τραμπ, ο οποίος δήλωνε ότι οδεύουμε σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο, ο Μπάιντεν μπορεί να συμβάλει στην ειρηνική επίλυση των ζητημάτων;
Η μεγάλη εικόνα είναι ότι η ηγεμονική θέση που διατηρούν εδώ και ένα αιώνα οι ΗΠΑ στο παγκόσμιο σύστημα κλονίζεται με την Κίνα να είναι η χώρα που, όπως ήδη δείχνουν οι περισσότεροι δείκτες, οδεύει/βρίσκεται στην κορυφή. Αυτού του είδους και αυτής της κλίμακας οι μεταβάσεις δεν γίνονται ποτέ χωρίς εντάσεις. Με αυτή την έννοια η ανταγωνιστική σχέση ΗΠΑ-Κίνας σήμερα και για το προσεχές μέλλον είναι δεδομένη. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι ποια μορφή θα πάρει η αντιπαλότητα και σε ποια πεδία θα επέλθουν οι συγκρούσεις.
Αναφορικά τώρα με το ρόλο του απερχόμενου και του επερχόμενου Προέδρου τα γεγονότα είναι ότι ο Τράμπ παρόλη την αλλοπρόσαλλη και εντελώς εκτός πρωτοκόλλου ρητορική του, στην εξωτερική πολιτική τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει το 2016 και δεν ενέπλεξε τις ΗΠΑ σε κανέναν πόλεμο, κάτι που είχε δεκαετίες να συμβεί. Από την άλλη το ιστορικό του Μπάιντεν στην πολύχρονη παρουσία του στην Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας και στην Αντιπροεδρία των ΗΠΑ μόνο ως φιλειρηνικό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο Μπάιντεν υποστήριξε την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, την εισβολή στο Ιράκ το 2003 και την επέμβαση στη Λιβύη το 2011. Ας ελπίσουμε ως Πρόεδρος να είναι λιγότερο φιλοπόλεμος, αλλά και πάλι θα τονίσω ότι η εξωτερική πολιτική είναι μια σύνθετη διαδικασία η οποία δεν εξαρτάται τόσο από τα πρόσωπα.
Έχουν κάποια υπόσταση οι απειλές του Τραμπ ότι θα κινηθεί νομικά για το αποτέλεσμα των εκλογών; Γίνεται να κάνει αντιπολίτευση μέσω του twitter;
Ο Ντ. Τράμπ πιστεύω θα κάνει ό,τι μπορεί για να παραμείνει στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Όχι μόνο θα προσπαθήσει, όπως έχει ήδη δηλώσει, να προσβάλει νομικά το αποτέλεσμα των εκλογών αλλά είναι πολύ πιθανό να επιχειρήσει να λειτουργήσει ως ένας είδος αξιωματικής αντιπολίτευσης στο νέο Πρόεδρο. Ρόλος βέβαια ασυνήθιστος για απερχόμενους Προέδρους στα προεδρικά συστήματα και εκτός της αμερικάνικης πολιτικής παράδοσης. Ο Τράμπ φεύγει αλλά ο «τραμπισμός», δηλαδή η δημαγωγική πολιτική που υποτίθεται υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα ενώ στην πράξη εφαρμόζει πολιτικές εναντίον τους, παραμένει ισχυρός. Το πιο αποτελεσματικό αντίδοτο στη δημαγωγία και στις ΗΠΑ και αλλού είναι η εφαρμογή πολιτικών που αμβλύνουν τις κοινωνικές ανισότητες.
Πηγή: news247.gr
Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.