Τομέας Ψηφιακής Πολιτικής: Η σύμβαση με τη Cisco μία διαρκής προσπάθεια εξαπάτησης

Ανακοινώσεις ΜέΡΑ25
06 Απρ, 2021

Το Υπουργείο με υπόγειες και παραπλανητικές μεθοδεύσεις, που οδήγησαν τελικά σε άλλη μια απευθείας ανάθεση, έβαλε μια ιδιωτική εταιρία με νόμο στο σπίτι κάθε πολίτη. Όταν μιλάμε για ψηφιακά συστήματα καταγραφής εικόνας και ήχου με παρουσία ανηλίκων, ακόμα και πριν τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR), αναφερόμαστε σε ένα πολύ ευαίσθητο θέμα που χρήζει πολύ προσεκτικής αντιμετώπισης και το οποίο είχαμε ήδη επισημάνει στην ανακοίνωσή μας του περασμένου Νοεμβρίου με τίτλο «Κίνδυνος για κακόβουλους χρήστες στη σχολική εφαρμογή του Webex;».

Είναι αδιανόητο το κράτος να επιλέγει λύσεις κλειστού λογισμικού, που ουσιαστικά απαγορεύουν τον οποιονδήποτε ουσιαστικό έλεγχο πάνω στη διαδικασία και τα προσωπικά δεδομένα. Δεν είναι δυνατόν δε, το Υπουργείο Παιδείας να επαφίεται σε μια σύμβαση για τη διαχείριση προσωπικών δεδομένων, τα οποία μπορούν να εξαχθούν με διάφορους τρόπους από το οπτικοακουστικό υλικό. Τέτοιες συμβάσεις, όπως είδαμε κατ’ επανάληψη με το Facebook και το σκάνδαλο της Cambridge Analytica, δεν γίνονται σεβαστές από τις εταιρείες. Και αυτό γιατί η διαρροή των δεδομένων είναι πολύ δύσκολο να βγει στην επιφάνεια, ενώ ταυτόχρονα τα οφέλη είναι τεράστια.

Πέραν του θέματος ασφάλειας, όμως, οι αναθέσεις τέτοιου τύπου για την «αγορά» υπηρεσιών κλειστού λογισμικού αφαιρούν από το ελληνικό Δημόσιο οποιαδήποτε ευελιξία σε απαιτούμενες αλλαγές, αφού κάθε αλλαγή απαιτεί πολύ χρόνο και χρήμα, και αυτό εάν τελικά γίνει δεκτή από την εκάστοτε εταιρεία. Τα παραπάνω σχετίζονται άμεσα με τις περιορισμένες δυνατότητες του λογισμικού, που τελικά θα επιλεγεί για την τυπική εκπαίδευση, στο μεγαλύτερο μέρος, ανηλίκων. Η επιλογή της Cisco Webex έγινε με αδιαφανείς διαδικασίες από την Υπουργό χωρίς να προηγηθεί σχετική μελέτη και έκθεση από ομάδα ή άτομο με γνώσεις πληροφορικής από τη μεριά του Υπουργείου. Με τρόπο νεφελώδη και πολιτικά ανέντιμο προς τον πολίτη, η Υπουργός σε μία προσπάθεια να ελαφρύνει την επιβαρυμένη θέση της προσπάθησε να μεταβιβάσει τις ευθύνες της με τη γνωστή τακτική της κοκορομαχίας στον ΣΥΡΙΖΑ.

Το σκανδαλώδες στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι δεν ρωτήθηκε κανένας σχετικός με τα τμήματα Πληροφορικής του Υπουργείου εάν το Δημόσιο ήταν σε θέση να προτείνει κάποια άμεση λύση για τις πλατφόρμες τηλεκπαίδευσης. Γιατί η απάντηση είναι ότι υπάρχει η δυναμική να αναπτυχθεί ταχύτατα ένα σύστημα, αφού αυτό έχει ήδη γίνει κατά το παρελθόν. Στο πλαίσιο της συνεργασίας του Υπουργείου με το ΙΤΥΕ/ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ είχε στηθεί και παραμετροποιηθεί ελεύθερο λογισμικό, που ήταν μετά από έρευνα καλύτερο πολλών εμπορικών εφαρμογών. Το BigBlueButton διέθετε και διαθέτει δυνατότητες, που το καθιστούν καλύτερο από το webex για την εφαρμογή του στην εκπαίδευση. Το όχι και τόσο μακρινό 2010 είχε χρησιμοποιηθεί στην τηλεδιάσκεψη της υπουργού Άννας Διαμαντοπούλου με όλα τα σχολεία της Ελλάδας και τα πήγε περίφημα. Την ίδια περίοδο δοκιμάστηκε η απευθείας διασύνδεσή του με ανοιχτές λύσεις ηλεκτρονικής τάξης, όπως το Moodle. Παράλληλα, δοκιμάστηκε κατάλληλος δικτυακός εξοπλισμός, που θα καθιστούσε τη λύση ανώτερη των εμπορικών εφαρμογών λόγω του κατανεμημένου χαρακτήρα της. Άλλωστε, το πρόβλημα που χρειαζόταν να λυθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν να μπορεί να βρίσκονται δάσκαλοι και μαθητές σε οποιοδήποτε σημείο στην Ελλάδα, τοποθετήσεις και αναθέσεις είχαν ήδη γίνει. Στο σχεδιασμό είχαν χρησιμοποιηθεί οι κατά τόπους διευθύνσεις εκπαίδευσης και τα δίκτυα οπτικών ινών Σύζευξις, που μαζί με το Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο μπορούσαν να “σηκώσουν” με ευκολία τον όγκο των δεδομένων. Εκτός του Σύζευξις, θα μπορούσε να αξιοποιηθούν τα μητροπολιτικά δίκτυα οπτικών ινών, που φτάνουν μέχρι τα σχολεία όλων των βαθμίδων, η υποδομή του ΕΔΥΤΕ και η τεχνογνωσία των Πανεπιστημίων στην παροχή και υποστήριξη εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Η προσπάθεια θα απέδιδε με ελάχιστα χρήματα μια λύση άμεσα εφαρμόσιμη για το Δημόσιο στο σύνολό του και ειδικά για τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια της χώρας. Η υποστήριξη μιας ανοιχτής λύσης ελεύθερου λογισμικού, θα δημιουργούσε προστιθέμενη αξία σε υποδομές, μηχανικούς λογισμικού και παιδαγωγούς, που θα έμεναν στη χώρα, αντί να καρπωθεί τα δεδομένα εκπαιδευτικών και μαθητών και τουλάχιστον 2 εκατομμύρια ευρώ η Cisco.

Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες μελέτες, και άλλες παρόμοιες που έχουν εκπονηθεί από Ερευνητικά Ινστιτούτα και Πανεπιστήμια, θα πρέπει να αξιοποιούνται ή τεκμηριωμένα να απορρίπτονται από νέες μελέτες, που θα δημοσιοποιούνται σε όλους μέσω αποθετηρίου, όπως έχει ξανατονιστεί με την παρέμβασή μας εδώ.

Ως χώρα με τέτοια παραγωγή σε επιστήμονες των υπολογιστών πολλοί από τους οποίους απασχολούνται στο Δημόσιο είναι εξαιρετικά προκλητικό να εισάγουμε τεχνολογία την οποία θα μπορούσαμε να εξάγουμε. Το μισό ποσό από τα 2 εκατομμύρια που συμφωνήθηκαν, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, θα μπορούσε να εξασφαλίσει για πολύ μεγαλύτερο χρόνο υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό να τις υποστηρίζει στο πλαίσιο του Δημοσίου και όχι να σπαταλώνται κάθε χρόνο για λύσεις που δεν αποδίδουν και οι οποίες ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας.

Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο