Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας: «Τη σκότωσε γιατί την αγαπούσε»

Αρθρογραφία
07 Μαρ, 2020

Ο όρος «γυναικοκτονία» διατυπώθηκε πρώτη φορά στο βιβλίο Femicide: The Politics of Womankilling των Τζιλ Ράντφορντ και Νταϊάνα Ράσελ και από το 1992 χρησιμοποιείται από δικαστήρια, τον ΟΗΕ, ΠΟΥ και την Ε.Ε. Στις 17/12/1999, ο ΟΗΕ κήρυξε τη 25η Νοεμβρίου «Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών» εξαιτίας της πληθώρας δολοφονιών γυναικών στη Λατινική Αμερική, όμως έκτοτε το φαινόμενο έχει γιγαντωθεί παντού. Κατά μέσον όρο, 137 γυναίκες στον κόσμο δολοφονούνται καθημερινά από το σύντροφό τους ή από κάποιον συγγενή τους, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών, ενώ «το σπίτι είναι το πιθανότερο μέρος διάπραξης εγκλήματος εις βάρος μιας γυναίκας». Για παράδειγμα, περισσότερες από τις μισές από τις 87.000 γυναίκες το 2017 δολοφονήθηκαν από τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους ενώ σχεδόν 30.000 από το σύντροφό τους και άλλες 20.000 από ένα συγγενή τους. Στην Ελλάδα, από το 2016 έχουν γίνει συνολικά 56 γυναικοκτονίες και απόπειρες γυναικοκτονίας. Κατά το 2019 μόνο, διαπράχθηκαν 10 γυναικοκτονίες και μια απόπειρα γυναικοκτονίας (τουλάχιστον μια γυναίκα το μήνα δολοφονήθηκε -ή κινδύνεψε να δολοφονηθεί- από άντρα).

Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, «γυναικοκτονία είναι η ανθρωποκτονία γυναικών από πρόθεση επειδή είναι γυναίκες». Θα ήταν λάθος όμως να δούμε τη γυναικοκτονία ως μια μεμονωμένη και παράλογη πράξη κάποιου «ψυχοπαθούς», που σαν τέτοια δεν αφορά την κοινωνική κανονικότητα. Στην πραγματικότητα αποτελεί την πλέον ακραία έκφραση της έμφυλης βίας που είναι η καθημερινότητα για πολλές γυναίκες. Όπως λάθος θα ήταν να περιορίσουμε το φαινόμενο μόνο στις γυναίκες ενώ αυτή επεκτείνεται και σε όσους/ες αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως θηλυκούς (trans) ή θεωρούνται από τους άλλους μη επαρκώς «άνδρες». Εξού και ο ακριβέστερος όρος feminicide που αφορά το φύλο ως κοινωνική και όχι απλώς ως βιολογική ταυτότητα.

Η εξαίρετη φιλόσοφος και θεωρητικός του φύλου Τζούντιθ Μπάτλερ ορίζει τη δολοφονία «ως μια πράξη εξουσίας, έναν τρόπο επιβεβαίωσης κυριαρχίας, ακόμα και έναν τρόπο να πεις ‘εγώ είμαι αυτός που αποφασίζει ποιος ζει και ποιος πεθαίνει’. Επομένως η δολοφονία ως πράξη καθιστά το δολοφόνο κυρίαρχο τη στιγμή της δολοφονίας, και αυτή είναι η πλέον τοξική μορφή του ανδρισμού». Η γυναικοκτονία/feminicide όχι μόνο «επιβεβαιώνει» το φύλο του θύματος ως θηλυκό αλλά και του ίδιου του θύτη ως αρσενικού δηλ. του κυρίαρχου που καθορίζει την ίδια την ύπαρξη της ζωής της γυναίκας σαν να είναι κάτι που έχουν το προνόμιο να αποφασίζουν οι άνδρες. Στην περίπτωση των δολοφονιών των trans συνανθρώπων μας αυτό επιτείνεται: οι trans γυναίκες αμφισβητούν έμπρακτα με την επιλογή τους το φύλο ως φυσικό χαρακτηριστικό ταυτισμένο με τη βιολογία, άρα αμφισβητούν τη βάση της αρσενικής εξουσίας και προκαλούν, επομένως «τους αξίζει ένα μάθημα» που αποκαθιστά την έμφυλη τάξη.

Πώς αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία και τα ΜΜΕ τη γυναικοκτονία;

Συχνά ο γυναικοκτόνος είναι πατέρας ή και αδελφός αλλά κυρίως ο νυν ή πρώην σύζυγος ή ερωτικός σύντροφος που μια γυναίκα έχει απορρίψει ή αποκρούσει ερωτικά σε μια κοινωνία που σπάνια δέχεται το όχι από τις γυναίκες. Ακόμα και στις λίγες περιπτώσεις που τα θύματα είχαν καταγγείλει ξυλοδαρμό, σωματικό ή/και ψυχικό βασανισμό κλπ. οι αρχές είτε το αγνόησαν είτε το υποβάθμισαν. Όπως υπογραμμίζει η Μπάτλερ, σε πολλές κοινωνίες η βία κατά των γυναικών και οι δολοφονίες δεν θεωρούνται καν εγκλήματα αλλά «πράγματα που γίνονται», «πράξεις πάθους» και άλλα συναφή που δείχνουν πόσο βαθιά έχει ριζώσει ως φυσική η βία κατά των γυναικών. Δηλ., στην κοινωνία, αυτή η μορφή της βίας εμφανίζεται ως ένα φυσικό και κανονικό κομμάτι της καθημερινότητας.

Τα ΜΜΕ, και ειδικά η τηλεόραση, συστηματικά δομούν και προβάλλουν, άρα αναπαράγουν, ένα μοντέλο γυναίκας συνώνυμο με τη σεξουαλική προκλητικότητα, την ανοησία, αγραμματοσύνη, υποτακτικότητα στους άνδρες, δηλ. τη γυναίκα ως ερωτικό res, εμπορεύσιμο αντικείμενο χωρίς μυαλό και κρίση. (Το ερώτημα είναι απλώς ρητορικό: Πόσες γυναίκες αλήθεια που έχουν διαπρέψει στην επιστήμη τους, στην τέχνη, στο επάγγελμά τους αλήθεια έχει προβάλλει η τηλεόραση;) Στην περίπτωση γυναικοκτονιών η τακτική των ΜΜΕ έγκειται στο να παρουσιάζεται το θύμα ως «άτυχο» (« άτυχη νέα») ενώ η χρήση της οικογένειας («ο τραγικός πατέρας/μάνα») ως πλαίσιο αναφοράς απαλείφει την ατομικότητα της δολοφονημένης γυναίκας με το να ανάγει την οικογένεια στο πραγματικό θύμα. Η στρατηγική, που υπαγορεύεται από τις κυρίαρχες πατριαρχικές αντιλήψεις, είναι η γυναικοκτονία ως τυχαίο περιστατικό, εκτός κανονικότητας. Διαπράττεται από τον άνδρα, που ως θύμα του πάθους του, είναι (και αυτός) με έναν τρόπο αθώος («τυφλωμένος από ζήλεια», «η ώρα η κακιά που θόλωσε το μυαλό του»). Όταν μάλιστα υπάρχει και σεξουαλική κακοποίηση του θύματος οι πορνογραφικού τύπου αποκαλύψεις σκοτώνουν τη γυναίκα για δεύτερη φορά.

Τι να κάνουμε;

Εδώ δεν πρόκειται να απαριθμηθούν οι πολλές ευθύνες μιας αναίσθητης πολιτείας ούτε οι προληπτικές και άλλες δράσεις που πρέπει να αναλάβει με στόχο την εξάλειψη της έμφυλης βίας. Παραδειγματικά αναφέρω τη συστηματική εκπαίδευση αγοριών και κοριτσιών στην ισότητα φύλου, στο σεβασμό στη γυναίκα όπως και στην ελεύθερη επιλογή σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας. Αυτό που είναι πολιτικά αναγκαίο είναι η αναγνώριση ότι οι δομές της πατριαρχικής κοινωνίας όχι μόνο δεν έχουν εκλείψει αλλά ζούμε σε αυτές και τις αναπαράγουμε συχνά ασυνείδητα. Η θεώρηση της γυναίκας ως κατώτερης του άνδρα εσωτερικεύεται και από τις γυναίκες που οι ίδιες διαιωνίζουν την πατριαρχική ιδεολογία. Σε αυτές όμως πέφτει ο κλήρος της χειραφέτησης ως επιλογή ζωής διότι τα κατοχυρωμένα από το νόμο δικαιώματα, αποτέλεσμα γυναικείας πάλης αιώνων, δεν εγγυώνται από μόνα τους την ισότητα των φύλων. Θα πρέπει να ενεργοποιούνται από τις ίδιες τις γυναίκες μέσα από αγώνες που δεν μπορεί παρά να είναι συλλογικοί. Μόνο μέσα από τη συλλογική πάλη, που γεννάει δυνατούς δεσμούς αλληλεγγύης και αλληλοϋποστήριξης μεταξύ των γυναικών, είναι δυνατή και η εξάλειψη της έμφυλης βίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί στη βάση της απλής διαπίστωσης ότι η κακοποίηση μιας γυναίκας δύναται να συμβεί και σε πολλές άλλες ή και σε εμάς τις ίδιες. Ο κοινός εχθρός είναι η πατριαρχική κοινωνία, που αν και εμφανίζεται «χαλαρή» ή σχεδόν ελευθεριακή, διατηρεί τις ίδιες καταπιεστικές δομές και έμφυλους ρόλους, επομένως πρέπει να γίνει συνείδηση η πάλη για την ανατροπή της.

Σίσσυ Βελισσαρίου , Μέλος του Τομέα Ισότητας του ΜέΡΑ25 και του task force on feminism, CC, DiEM25

Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο