Με το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο η κυβέρνηση προσφέρει στα κερδοσκοπικά funds τους κόπους μιας ζωής για να τζογάρουν και ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας αναλύει στο «Στίγμα της ΜέΡΑς» τους κινδύνους που καραδοκούν για τις εισφορές των εργαζομένων:
Το νέο ασφαλιστικό που προωθεί η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδομήσει την κοινωνική ασφάλιση σε βαθμό που δεν τόλμησε να κάνει κανένα άλλο σχετικό νομοσχέδιο από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, μιλάμε για ένα κόστος που μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 56 και 78 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2070. Πρόκειται για ένα νέο δημόσιο ταμείο επικουρικής ασφάλισης, ένα σύστημα κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης, όπως λέγεται, στο οποίο θα μπαίνουν όλοι οι νεοεισερχόμενοι στην ασφάλιση από 01/01/22 και προαιρετικά όσοι είναι μικρότεροι των 35 ετών και δεν έχουν υποχρέωση για επικουρική ασφάλιση.
Για να υπερασπιστεί το νομοσχέδιο η κυβέρνηση επικαλείται συνεχώς το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, όμως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη βιωσιμότητα ενός ασφαλιστικού συστήματος. Για παράδειγμα, ένας άλλος σημαντικός πυλώνας είναι η αγορά εργασίας, η οποία διαλύθηκε με τον πρόσφατο νόμο που ψηφίστηκε για τα εργασιακά με τις προβλέψεις του για μείωση αποδοχών, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, αύξηση της υπερωριακής απασχόλησης και άλλα πολλά. Επίσης, παίζει σημαντικό ρόλο η πορεία της οικονομίας, την οποία η κυβέρνηση έχει φέρει σε έντονη υφεσιακή κατάσταση εξαιτίας των πολιτικών που εφαρμόζει. Τα λουκέτα σε καταστήματα και επιχειρήσεις θα είναι διαδοχικά από το Σεπτέμβριο και μετά, ενώ οι προβλέψεις για τον τουρισμό διαψεύδονται καθημερινά.
Από κει και πέρα, η κυβέρνηση αναλαμβάνει ένα αχρείαστο ρίσκο με αυτό το νομοσχέδιο γιατί δεσμεύει τις κυβερνήσεις των επόμενων 50 ετών σε μια κατεύθυνση παντελώς αχρείαστη και παρωχημένη. Να σημειώσουμε ότι στις χώρες που εφαρμόστηκε αυτό το σύστημα, αυτές επέστρεψαν άρον-άρον στο παλιό διανεμητικό γιατί ακριβώς το κόστος μετάβασης και τα λειτουργικά έξοδα είναι τρομακτικά.
Με βάση το νέο σύστημα, οι εισφορές των εργαζομένων ουσιαστικά θα τζογάρονται ή όπως λέει ο κ. Χατζηδάκης θα επενδύονται σε ομόλογα και μετοχές. Το δημόσιο ταμείο θα συμβάλλεται με διαχειριστές κεφαλαίων, δηλαδή funds, τα οποία μετά τα κόκκινα δάνεια θα βάλουν χέρι και στους μισθούς των εργαζομένων. Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι δεν θα υπάρχει ρίσκο όταν είναι τόσο κοντινό το παράδειγμα του 2008, όταν κατέρρευσαν τα διεθνή χρηματιστήρια και κολοσσιαίες εταιρείες.
Ακούστε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ:
Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.