Το μη βιώσιμο δημόσιο χρέος είναι η κινητήριος δύναμη της χρεοδουλοπαροικίας μας. Για να διατηρηθεί η προσποίηση ότι είναι βιώσιμο και ότι μπορεί να αποπληρωθεί, το κράτος δεσμεύεται να αποπληρώνει ετησίως υπέρογκα ποσά. Πώς; Διατηρώντας τη διαφορά δημόσιων εσόδων (φόρων ως επί το πλείστον) και δημόσιων δαπανών (το λεγόμενο πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού) στο 3,5% του συνολικού εισοδήματος (του ΑΕΠ). Προϋπόθεση για να επιτυγχάνονται αυτά τα πλεονάσματα είναι η λεγόμενη λιτότητα: μια συνεχής αφαίμαξη των φορολογούμενων με παράλληλη μείωση των δαπανών στο κοινωνικό κράτος και στις δημόσιες επενδύσεις. Όμως, όσο εφαρμόζεται η λιτότητα, η οικονομική δραστηριότητα συνεχίζει να παραπαίει, τα φορολογικά έσοδα να μειώνονται και, έτσι, για να εξασφαλιστούν οι αποπληρωμές του χρέους απαιτούνται κι άλλοι φόροι, κι άλλες περικοπές, κι άλλη λιτότητα. Αυτή η ανατροφοδοτούμενη λιτότητα, την οποία προκαλεί το μη βιώσιμο δημόσιο χρέος, εγγυάται την συνέχιση της κρίσης – καθώς ο όλο και πιο αρνητικός αντίκτυπός της στην οικονομία βαθαίνει συστηματικά την υπερχρέωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αυξάνει τα «κόκκινα δάνεια» των ιδιωτών και σπρώχνει τις τράπεζες πιο βαθιά στη μαύρη τρύπα της χρεοκοπίας τους. Οι υποσχέσεις της τρόικας και της κυβέρνησης για «ελάφρυνση χρέους» ουσιαστικά αφορούν την… επιβάρυνση του χρέους μακροπρόθεσμα. Όταν μιλάνε για «ελάφρυνση χρέους» εννοούν επιμήκυνση των αποπληρωμών, δηλαδή «ευκολίες πληρωμών» που αναβάλουν κάποιες αποπληρωμές για τα επόμενα χρόνια συσσωρεύοντας μεγαλύτερες αποπληρωμές (που περιλαμβάνει, φυσικά, μεγαλύτερους τόκους) για αργότερα. Αν και η «ελάφρυνση χρέους» ανακουφίζει τις κυβερνήσεις των επόμενων ετών, η προοπτική των ογκωδέστερων αποπληρωμών στο μέλλον (2035-­2060) φοβίζει τους μακρόπνοους επενδυτές οι οποίοι, για αυτό τον λόγο, δεν επενδύουν – με αποτέλεσμα την συνεχιζόμενη στασιμότητα ‐ ύφεση σήμερα. Άλλη λύση από την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους συνεπώς δεν υπάρχει. Η ιδανική λύση, βέβαια, θα ήταν η διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους. Πράγματι, αυτό ακριβώς θα συμβεί είτε στην περίπτωση ενός Grexit (καθώς εάν δεν έχεις πια ευρώ δεν είναι δυνατόν να αποπληρώνεις ένα ογκώδες χρέος σε… ευρώ) είτε εάν συνεχίσουμε ως χώρα όπως σήμερα: Αφού θα έχουν εγκαταλείψει τη χώρα οι νέοι που παραμένουν, και μονιμοποιηθεί η οικονομική δραστηριότητα σε επίπεδα που δεν μπορούν να χρηματοδοτούν τις αποπληρωμές, το χρέος θα κουρευτεί. Θα είναι όμως αργά. Για αυτό απαιτείται η απομείωση του χρέους τώρα!

Η πρόταση του ΜέΡΑ25 εντάσσεται στο πλαίσιο της υπεύθυνης ανυπακοής: Αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους μέσω της άμεσης διασύνδεσης:

• του ύψους του συνολικού χρέους (κεφάλαιο και τόκους) και των ετήσιων αποπληρωμών χωρίς καμία επιμήκυνση με

• το ύψος του ονομαστικού ΑΕΠ και τον ρυθμό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Τεχνικά, αυτή η διασύνδεση γίνεται απλά με την ανταλλαγή ομολόγων/υποσχετικών: τα παλαιά ομόλογα ή υποσχετικές μας προς την τρόικα, ανταλλάσσονται με νέα που υπαγορεύουν αποπληρωμές και υποχρεώσεις ως εξής:

• Αν το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας ανακάμψει σημαντικά (π.χ. πάνω από τα 280 δις ευρώ), τότε το ύψος του χρέους (σε ευρώ) παραμένει ως έχει αλλά (καθώς το ΑΕΠ θα έχει ανέλθει) μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ

• Αν το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας δεν ανακάμψει σημαντικά έως την χρονιά που πρέπει να αποπληρωθεί, τότε μειώνεται (κουρεύεται) δραστικά και αυτομάτως (στη βάση φόρμουλας που εμπεριέχεται στα νέα ομόλογα)

• Αν ο ρυθμός ετήσιας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ ξεπεράσει ένα επίπεδο, τότε οι αποπληρωμές αυξάνονται ανάλογα με τον ρυθμό ετήσιας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ

• Αν ο ρυθμός ετήσιας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ δεν ξεπεράσει το συγκεκριμένο ελάχιστο επίπεδο, οι αποπληρωμές της χρονιάς ματαιώνονται χωρίς να προστίθενται (με τόκο μάλιστα) στις αποπληρωμές μελλοντικών ετών.

Περιληπτικά, η προτεινόμενη ανταλλαγή ομολόγων προδιαγράφει κούρεμα αντιστρόφως ανάλογο της μεγέθυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και των συνολικών εισοδημάτων: Ραγδαία ανάπτυξη θα σημάνει μηδενικό κούρεμα για τους δανειστές. Όσο όμως πιο αναιμική η ανάπτυξη τόσο μεγαλύτερο το κούρεμα που θα υποστούν οι δανειστές. Με αυτό τον τρόπο, ουσιαστικά, οι δανειστές μετατρέπονται σε εταίρους στην ανάκαμψη της χώρας, καθώς θα πληρωθούν στο ακέραιο μόνο στην περίπτωση που η χώρα ανακάμψει σημαντικά. Σε περίπτωση που οι δανειστές δεν αποδεχθούν αυτή την πρότασή μας, η μόνη τους επιλογή είναι να σπρώξουν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης, οπότε το κούρεμα που θα αναγκαστούν (εκ των πραγμάτων) να αποδεχθούν θα είναι τεράστιο – σε αντιδιαστολή με το κούρεμα που θα έφερνε η συμφωνία τους στις ανταλλαγές ομολόγων που προτείνουμε.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Eurogroup της 15/6/2017, η Ελλάδα δεσμεύεται σε στόχο πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 μέχρι και το 2022 και μετά σε 2% από το 2023 μέχρι και το 2060. Αυτό πρακτικά σημαίνει μονιμοποίηση της λιτότητας, κάτι που συγκρούεται με την παγκόσμια οικονομική εμπειρία: Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν διατήρησε πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από το 1,9% ούτε για μια δεκαετία (πόσο μάλιστα για πάνω από τέσσερις δεκαετίες)!

Ο μόνος λόγος που οι δανειστές εμμένουν σε μια τέτοια γελοιότητα είναι ότι μόνον έτσι μπορούν να προσποιηθούν ότι το δημόσιο χρέος μας μπορεί να αποπληρωθεί, με μοναδική βοήθεια τη «ελάφρυνση χρέους» που συζητούν. Δεδομένης όμως της αναδιάρθρωσης χρέους που θα νομοθετήσουμε (με την σύνδεση ύψους χρέους και ρυθμού αποπληρωμών στο ύψος και στον ρυθμό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ -­ βλ. Τομή 1η πιο πάνω), ο απαιτούμενος στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος μειώνεται από το 2% με 3,5% του ΑΕΠ στο 0% με 1,5% του ΑΕΠ – κάτι που ισοδυναμεί με την κατάργηση της λιτότητας και τη δυνατότητα δραστικής μείωσης των φορολογικών συντελεστών. [Σημ. Το κατώτερο όριο του 0% πρωτογενούς πλεονάσματος καταδεικνύει την ανάγκη να μην χρειαστεί ξανά, ακόμα και σε περιόδους «ισχνών αγελάδων», ο δανεισμός του κράτους ώστε να πληρώνονται μισθοί, συντάξεις κλπ.]

Η ανάλγητη ανοησία της πώλησης των «κόκκινων» δανείων σε ιδιώτες.

Η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους δεν αρκεί σε μια οικονομία όπου οι πολίτες χρωστούν 100 δις «κόκκινων δανείων» στις τράπεζες, ενώ οι τράπεζες χρωστούν πάνω από 50 δις στο κράτος (και οι ιδιώτες συνολικά – νοικοκυριά και επιχειρήσεις – χρωστούν άλλα 100 δις στο κράτος). Είναι προφανές ότι αγοραία λύση δεν υπάρχει σε ένα τέτοιο πρόβλημα γενικευμένης χρεοκοπίας. Η εμμονή της τρόικας να λύσει το πρόβλημα με αγοραίες λύσεις, πουλώντας δηλαδή κοψοτιμής τα «κόκκινα» δάνεια των τραπεζών σε ιδιώτες (κυρίως ξένους), οι οποίοι μετά μέσω της απειλής των πλειστηριασμών θα πάρουν πίσω ένα ποσοστό από την ονομαστική αξία αυτών των δανείων, κρατώντας ως κέρδη τη διαφορά της τελευταίας από την τιμή στην οποία αγόρασαν τα δάνεια, είναι όχι μόνο ηθικά και κοινωνικά καταδικαστέα αλλά ανόητη ακόμα και με «ψυχρά» κριτήρια της αγοράς.

Το βασικό «περιουσιακό» στοιχείο των τραπεζών, το κεφάλαιό τους δηλαδή, είναι τα ακίνητα που έχουν δώσει ως εχέγγυα οι δανειζόμενοι. Όταν η αξία τους μειώνεται κάτω από ένα επίπεδο που ορίζει η ΕΚΤ (π.χ. λόγω της κρίσης), οι τράπεζες θεωρούνται χρεοκοπημένες και οι τραπεζίτες φοβούνται ότι, ανά πάσα στιγμή, η ΕΚΤ θα κινηθεί για να τους αποσπάσει τον έλεγχο της τράπεζας. Έτσι, οι τράπεζες κρατούν και το τελευταίο ευρώ που έρχεται στα ταμεία τους, αρνούμενες να παρέχουν δάνεια στον ιδιωτικό τομέα (ούτε καν σε εν δυνάμει κερδοφόρες επιχειρήσεις), ώστε να ελαχιστοποιούν την εξάρτησή τους από την ΕΚΤ. Έτσι συντηρείται η κρίση. Η πώληση των «κόκκινων» δανείων σε ιδιώτες ναι μεν αφαιρεί από τα βιβλία των τραπεζών ένα καρκίνωμα όμως, από την άλλη δημιουργεί νέα προβλήματα: Όταν οι ιδιώτες που αγόρασαν τα «κόκκινα» δάνεια βγάζουν τα ακίνητα με τα οποία συνδέονται σε πλειστηριασμό, αυξάνεται η προσφορά ακινήτων σε μια αγορά ακινήτων όπου οι τιμές είναι ήδη στο πάτωμα. Αποτέλεσμα είναι η περαιτέρω μείωση των τιμών των ακινήτων. Αυτή η μείωση όμως πλήττει τις τράπεζες καθώς μειώνει την αξία των ακινήτων που παραμένουν στα βιβλία τους – ακίνητα που συνδέονται με δάνεια που δεν έχουν γίνει ακόμα «κόκκινα» δάνεια. Με άλλα λόγια, μειώνεται κι άλλο το κεφάλαιο των τραπεζών. Συνεπώς, η «λύση» της πώλησης των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών στους ιδιώτες όχι μόνο φέρνει την απόγνωση σε πολίτες που βλέπουν το σπίτι ή το μαγαζί τους να πωλείται για ένα κομμάτι ψωμί αλλά, επί πλέον, βουλιάζει τις τράπεζες ακόμα βαθύτερα στην χρεοκοπία τους.

Η πρόταση του ΜέΡΑ25

Προτείνουμε την ίδρυση Δημόσιας Εταιρείας Αναδιάρθρωσης & Διαχείρισης Ιδιωτικών Χρεών (ΔΕΑΔΙΧ), που θα έχει διττό στόχο: να προφυλάξει τον δανειολήπτη και την πρώτη κατοικία αλλά και τις τράπεζες, αποκαθιστώντας την κανονική λειτουργία τους ως πιστωτικά ιδρύματα.

1. Σταδιακά μεταφέρονται στην ΔΕΑΔΙΧ από τις τράπεζες τα πιο «κόκκινα» των δανείων. Ως αντάλλαγμα, οι τράπεζες εκδίδουν υποσχετικές (IOU) ίσης ονομαστικής αξίας που εγγυάται το κράτος, τις οποίες οι τράπεζες κρατούν στα βιβλία τους ως περιουσιακό στοιχείο, και τις οποίες δεσμεύεται να αποπληρώσει η ΔΕΑΔΙΧ μακροπρόθεσμα από τα μελλοντικά της έσοδα.

2. Νομοθετείται μορατόριουμ στους πλειστηριασμούς (α) πρώτης κατοικίας και (β) καταστημάτων/εμπορικών χώρων κάτω μιας συγκεκριμένης αξίας

3. Νομοθετείται το δικαίωμα των δανειζόμενων, των οποίων τα δάνεια πουλήθηκαν ήδη σε ιδιώτες, να αγοράζουν πίσω τα δάνειά τους στην ίδια τιμή που τα αγόρασαν οι ιδιώτες

4. Η ΔΕΑΔΙΧ δεσμεύεται να κρατά στα βιβλία της τα «κόκκινα» δάνεια έως ότου η τιμή των δεσμευμένων ακινήτων ξεπεράσει ένα επίπεδο κοντά στην προ της κρίσης τιμή. Έως τότε, οι δανειζόμενοι καταβάλουν ενοίκιο στην ΔΕΑΔΙΧ (για το δικαίωμα να παραμένουν στο σπίτι τους) το ύψος του οποίου προσδιορίζεται από την τοπική κοινωνία (π.χ. Δήμο) με γνώμονα τα εισοδήματά τους και τις τοπικές συνθήκες.

5. Όταν, εν καιρώ, ξεπεραστεί η κρίση της αγοράς ακινήτων, οι οφειλέτες θα έχουν το δικαίωμα να εξαγοράσουν το παλαιό τους δάνειο από την ΔΕΑΔΙΧ είτε με δόσεις είτε με εφάπαξ πληρωμή που αντανακλά στην περίπτωση της πρώτης κατοικίας ή μικρομεσαίας ιδιοκτησίας εμπορικής χρήσης το κεφάλαιο που οφείλουν (άνευ τόκων και προστίμων). Με την ίδρυση της ΔΕΑΔΙΧ επιτυγχάνονται ταυτόχρονα: η προστασία της πρώτης κατοικίας και των μικρομεσαίων από τα αρπακτικά ταμεία και την απόγνωση, η αποτροπή νέας ύφεσης στην αγορά ακινήτων, τα εναπομείναντα κεφάλαια των τραπεζών και, συνεπώς, η επιστροφή στη κανονικότητα της παροχής ρευστότητας στην οικονομία από το τραπεζικό σύστημα.

Η χρεοδουλοπαροικία μας συντηρείται από τον παραλογισμό των υψηλότατων φορολογικών συντελεστών σε μια οικονομία που οι τζίροι (και συνεπώς τα δημόσια έσοδα) μειώνονται. Ως μέλη του ΜέΡΑ25 μπορεί μεταξύ μας να διαφωνούμε για το ποιά πρέπει να είναι, υπό κανονικές συνθήκες, η διανομή των βαρών μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας – δηλαδή ποιοί πρέπει να είναι οι συντελεστές των έμμεσων φόρων, των εταιρικών φόρων και των φόρων εισοδήματος. Όμως, οι συνθήκες σήμερα δεν είναι κανονικές και, έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, σε μια οικονομία που τόσο το κεφάλαιο όσο και η εργασία μεταναστεύουν, επείγει η μείωση των συντελεστών.

Προτείνουμε τους εξής:

• Μείωση του μέγιστου συντελεστή ΦΠΑ από 24% σε 15% και 18%, ανάλογα με το αν οι πληρωμές γίνονται ηλεκτρονικά/με κάρτα (15%) ή με μετρητά (18%)

• Προοδευτικό φόρο επιχειρήσεων με μείωση του φόρου των (λίγων) μεγάλων επιχειρήσεων από 29% σε 26%, των μεσαίων επιχειρήσεων σε 20% και των μικρών σε 15%

• Σταδιακή κατάργηση της προπληρωμής φόρων (με πλήρη κατάργηση εντός 3-­ετίας)

• Κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης για εισοδήματα κάτω των 30.000€, διατήρηση του αφορολογήτου ορίου και μείωση των συντελεστών για εισοδήματα από 12.000€ έως 15.000€.

Η μείωση της φορολογίας θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών με αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης και τον περιορισμό των υφεσιακών πιέσεων, ενώ η μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις θα τους δώσει ανάσα ρευστότητας και θα προσελκύσει νέες επενδύσεις.

Η δημιουργία ενός Δημόσιου Εξωτραπεζικού Συστήματος Πληρωμών (ΔΕΣΠ) θα επιτρέψει στα φυσικά και νομικά πρόσωπα να συναλλάσσονται μεταξύ τους, και με το Δημόσιο, χωρίς την διαμεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος. Σε κάθε ΑΦΜ θα αντιστοιχεί ένας λογαριασμός TAXIS στον οποίο ο πολίτης ή επιχειρηματίας μπορεί να πιστώνει και να πιστώνεται χρήματα ηλεκτρονικά. Τα οφέλη του ΔΕΣΠ είναι κυρίως τρία:

• αμοιβαία ακύρωση χρεών

• δυνατότητα του κράτους να δανείζεται απ’ ευθείας (P2P) από τους φορολογούμενους, με αντάλλαγμα φοροεκπτώσεις

• δυνατότητα δημιουργίας περιορισμένης ρευστότητας για την χρηματοδότηση προγραμμάτων, π.χ., καταπολέμισης της φτώχειας

• μείωση του κόστους μιας εξόδου από το ευρώ

Αμοιβαία ακύρωση χρεών

Όλοι χρωστούν σε όλους και κανείς δεν μπορεί να πληρώσει. Πολλοί χρωστούν στο Κράτος, το Κράτος χρωστά κι αυτό σε επιχειρήσεις ή ιδιώτες (που αργεί εντυπωσιακά να αποπληρώσει) με αποτέλεσμα οι ιδιώτες αυτοί να χρωστούν σε άλλους ιδιώτες. Με το ΔΕΣΠ, το κράτος δύναται να δώσει την επιλογή σε ιδιώτες στους οποίους χρωστά:

1. Περιμένετε να πληρωθείτε κανονικά (στον τραπεζικό σας λογαριασμό) σε μήνες από τώρα, ή,

2. Το ποσό που σας χρωστά το κράτος αναγράφεται αμέσως στον λογαριασμό σας στο ΔΕΣΠ.

Εφόσον επιλεχθεί το 2, παρέχεται PIN στον ιδιώτη με το οποίο ο ιδιώτης μπορεί να μεταφέρει όποιο μέρος του ποσού αυτού στον λογαριασμό του ΔΕΣΠ όποιου άλλου φορολογούμενου (δηλαδή ΑΦΜ) επιλέξει. Παράδειγμα: Έστω ληξιπρόθεσμη οφειλή του δημοσίου προς την Εταιρεία Άλφα ύψους €200.000 η οποία χρωστά €50.000 στην Εταιρεία Βήτα και μισθό ύψους €2000 στον Υπάλληλο Χ. Παράλληλα, η Εταιρεία Βήτα χρωστά πάνω από €48.000 στην Εφορία και €2.000 στην Υπάλληλο Ψ η οποία, με την σειρά της, χρωστά €800 στον φίλο της τον Ω που, κι αυτός, έχει να πληρώσει φόρους άνω των €800 στο κράτος. Με το ΔΕΣΠ, η αμοιβαία ακύρωση χρεών λειτουργεί ως εξής: Το Δημόσιο εγγράφει πίστωση €200.000 (απλά δακτυλογραφώντας το νούμερο αυτό) στο ΑΦΜ της Εταιρείας Άλφα. Η Άλφα τώρα μπορεί να χρησιμοποιήσει το PIN της για να μεταφέρει €50.000 στο ΑΦΜ της Εταιρείας Βήτα και €2.000 στο ΑΦΜ του Χ. Περαιτέρω, η Εταιρεία Βήτα μεταφέρει €48.000 πίσω στην Εφορία και €2.000 στην Ψ, η οποία με την σειρά της χρησιμοποιεί το PIN της για να μεταφέρει €800 στον φίλο της Ω ο οποίος, με την σειρά του κι αυτός αποπληρώνει κάποιους από τους φόρους που χρωστά!

Δυνατότητα του κράτους απ’ ευθείας δανεισμού (P2P) από τους φορολογούμενους, με αντάλλαγμα φοροεκπτώσεις

Σε μία δεύτερη φάση, το ΔΕΣΠ θα καταστεί μέσο απ’ ευθείας δανεισμού (P2P) από τους φορολογούμενους. Γιατί να θέλει κάποιος να μεταφέρει ευρώ από τον τραπεζικό του λογαριασμό στο ΔΕΣΠ, δανείζοντας ουσιαστικά το δημόσιο; Επειδή όλοι ξέρουμε ότι έχουμε να πληρώσουμε φόρους τα επόμενα χρόνια και το κράτος θα προσφέρει φοροαπαλλαγές σε όσους μεταφέρουν χρήματα σήμερα από τον τραπεζικό τους λογαριασμό στο ΔΕΣΠ. Παράδειγμα: Έστω ότι νομοθετείται η ρύθμιση ότι 1.000€ που μεταφέρει ο φορολογούμενος στον λογαριασμό του στο ΔΕΣΠ σήμερα θα αποσβένουν, π.χ., 1.100€ φόρων στο επόμενο έτος. Αυτή η φοροαπαλλαγή ισοδυναμεί με επιτόκιο 10%, που καμία τράπεζα δεν προσφέρει. Το δημόσιο θα μπορεί, μέσω του ΔΕΣΠ, να προεξοφλεί τους μελλοντικούς φόρους και να αντλεί ρευστότητα.

Με στόχο την πλήρη διαφάνεια, και την εμπιστοσύνη των πολιτών ότι το κράτος δεν δανείζεται ποσά μεγαλύτερα του νομοθετημένου επιπέδου (ώστε να μην υπάρξει έλλειμμα δημοσίων εσόδων τις επόμενες χρονιές), το ΜέΡΑ25 προτείνει οι συναλλαγές μέσω ΔΕΣΠ να γίνονται με ανοικτό, διάφανες λογισμικό (blockchain) που επιτρέπει σε όλους να βλέπουν όλες τις συναλλαγές, διατηρώντας παράλληλα πλήρη ανωνυμία.

Χρηματοδότηση προγραμμάτων, π.χ., καταπολέμισης της φτώχειας

Όταν το ΔΕΣΠ αποκτήσει ικανή ρευστότητα (μέσω της εκτεταμένης χρήσης του), θα είναι εφικτή η εγγραφή περιορισμένων πιστώσεων σε λογαριασμούς οικογενειών χαμηλών εισοδημάτων οι οποίες θα μπορούν να χρησιμοποιούνται (ακόμα και για πληρωμές μέσω καρτών ή κινητών τηλεφώνων) για την αγορά αναγκαίων αγαθών. Στον βαθμό που όλοι, και τα σούπερμαρκετ, έχουν φόρους να πληρώσουν, υφίσταται κίνητρο για την αποδοχή πληρωμών μέσω ΔΕΣΠ.

Μείωση του κόστους μιας εξόδου από την ευρωζώνη

Σε περίπτωση νέων απειλών από την ΕΚΤ και την τρόικα κλεισίματος των τραπεζών ή ακόμα και αποπομπής της Ελλάδας από την ευρωζώνη, το ΔΕΣΠ πολύ εύκολα, έχοντας ήδη δημιουργήσει ένα τεχνολογικά εξελιγμένο σύστημα πληρωμών (το οποίο χρησιμοποιεί εφαρμογές κινητών τηλεφώνων, πλαστικών καρτών κλπ), θα επιτρέψει την ομαλή συνέχιση των συναλλαγών και, εάν χρειαστεί, την μετάβαση (με το πάτημα ενός κουμπιού) σε νέο, ηλεκτρονικό, εθνικό νόμισμα.

Μισθωτή εργασία

Εδώ και χρόνια στην Ελλάδα η βασική κατάκτηση της εργατικής τάξης, το δικαίωμα η μισθωτή εργασία να αντιμετωπίζεται σαν κάτι περισσότερο από εμπόρευμα ή παρεχόμενη υπηρεσία, έχει χαθεί. Κανονική, εξαρτημένη μισθωτή εργασία παρουσιάζεται ως παροχή υπηρεσιών εξωτερικού συνεργάτη που εργάζεται με το περιβόητο «μπλοκάκι». Το ΜέΡΑ25 δεσμεύεται στην άμεση κατάργηση αυτής της πρακτικής που κρατά στην ανασφάλεια και σε υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους.

Το ΜέΡΑ25 προτείνει την:

• άμεση και υποχρεωτική ένταξη στο ΙΚΑ όσων μισθωτών απασχολούνται πάνω από οχτώ (8) ώρες την εβδομάδα

• νομοθέτηση πλαισίου ευέλικτων συλλογικών διαπραγματεύσεων

• κατάργηση των πρόσφατων ρυθμίσεων που, ουσιαστικά, απαγορεύουν στην πλειοψηφία των μελών ενός συνδικάτου να αποφασίσει απεργιακή κινητοποίηση

Δημιουργική επιχειρηματικότητα

Σε μια χώρα όπου το 75% με 80% των κερδών των μικρο-­μεσαίων επιχειρήσεων κατευθύνεται σε φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη, η ανάκαμψη είναι όνειρο θερινής νυκτός. Το ΜέΡΑ25 προτείνει, πέραν της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και την κατάργηση της προπληρωμής φόρων (βλ. Τομή 4η):

• «ταβάνι» για το σύνολο των ασφαλιστικών και φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων το 50% των κερδών τους.

• για τις νεότευκτες μικρές επιχειρήσεις (start-­ups), φορολογική και ασφαλιστική ασυλία για πέντε (5) έτη.

Στη Μνημονιακή Ελλάδα η δημόσια περιουσία ρευστοποιείται προς ψίχουλα που ρίχνονται στη μαύρη τρύπα του χρέους. Το ΤΑΙΠΕΔ λειτουργεί σαν πολυκατάστημα που έχει βγάλει το «εμπόρευμα» προς εκποίηση, υπό όρους αποικιακούς και χωρίς κανένα απτό όφελος ούτε για το Δημόσιο αλλά ούτε και για τον ευρύτερο ιδιωτικό τομέα. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις (π.χ. ΟΠΑΠ, Ελληνικό), η ζημιά στην ελληνική κοινωνία και οικονομία είναι εντυπωσιακή.

Το ΜέΡΑ25 προτείνει:

• Παροχή τραπεζικής άδειας στο ΤΑΙΠΕΔ-­Υπερταμείο μετατρέποντάς το στην Αναπτυξιακή Τράπεζα που έχει ανάγκη η χώρα

• Η νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα διακρατεί (ό,τι έχει μείνει από) τη δημόσια περιουσία, χρησιμοποιώντας την ως εχέγγυο για να αντλεί πόρους που θα κατευθύνονται στη χρηματοδότηση (α) δημόσιων επενδύσεων που αναδεικνύουν (και αυξάνουν) την ίδια την δημόσια περιουσία – σε συνεργασία κατά περίπτωση με ιδιώτες – και (β) ιδιωτικών επενδύσεων

• Όλες οι ιδιωτικοποιήσεις παγώνουν έως ότου, τουλάχιστον, ανακάμψουν οι τιμές στις οποίες κάποια περιουσιακά στοιχεία πωληθούν. Δημόσια αγαθά όπως η ενέργεια, το νερό, παραλίες κλπ αποκλείονται από οποιαδήποτε πώληση ανεξάρτητα τιμών και προϋποθέσεων

• Στην περίπτωση που κάποιο δημόσιο περιουσιακό στοιχείο πουληθεί στο μέλλον, ισχύουν οι εξής όροι:

ελάχιστο όριο επενδύσεων από τον αγοραστή

συλλογικές συμβάσεις και κατοχυρωμένα τα δικαιώματα των εργαζομένων

δεσμεύσεις προς όφελος τοπικών κοινωνιών

διακράτηση μερίδας μετοχών από το δημόσιο που θα περνούν στα ασφαλιστικά ταμεία με στόχο τη μόνιμη ενίσχυσή τους.

• Οι μετοχές της νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας δίνονται στα ασφαλιστικά ταμεία, ενισχύοντας έτσι την κεφαλαιοποίησή τους.

Μετάβαση στο περιεχόμενο