Σάντερς, ο μόνος προοδευτικός υποψήφιος;

Ανακοινώσεις ΜέΡΑ25
01 Απρ, 2019

Καθώς οι Αμερικανικές προεδρικές εκλογές πλησιάζουν, όλο και περισσότεροι Δημοκρατικοί δηλώνουν υποψηφιότητα για το Δημοκρατικό χρίσμα. Παρότι η προεδρία Τραμπ θα αφήσει καταστροφικό στίγμα σε πολλά μέτωπα, όπως τα κοινωνικά προγράμματα, η ανισότητα και η εξωτερική πολιτική, σε πολύ γενικές γραμμές όμως η Αμερικανική οικονομία πηγαίνει καλά, και ορισμένα από τα παιχνίδια ισχύος του Τραμπ στις εμπορικές σχέσεις φαίνεται να απέφεραν καρπούς. Συνεπώς, μια νίκη των Δημοκρατικών δεν είναι καθόλου προφανής.

Στην παρούσα συγκυρία, τα βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει όποιος λάβει το Δημοκρατικό χρίσμα είναι δύο: να μπορεί να νικήσει τον Τραμπ, αλλά και να είναι έτοιμος να εφαρμόσει συστημικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να μην επανεμφανιστεί το φαινόμενο Τραμπ. Τις μεγαλύτερες πιθανότητες να πετύχει τα παραπάνω τις έχει ο Γερουσιαστής από το Βερμόντ, Μπέρνι Σάντερς.

Ο Σάντερς εμφανίστηκε πριν 4 χρόνια, ως ένας περιθωριακός Γερουσιαστής μίας μικρής πολιτείας, με εξαιρετικά χαμηλή αναγνωρισιμότητα και ανοιχτά σοσιαλιστής, σε μία χώρα που τα ψυχροπολεμικά κατάλοιπα καλά κρατούν. Εντούτοις, αποδείχτηκε πολύ δύσκολος αντίπαλος για το φαβορί, την Κλίντον. Παρότι εν τέλει η Κλίντον αναδείχθηκε η υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία, αυτό ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συστηματική δαιμονοποίηση του Σάντερς από τα ΜΜΕ και το συνειδητό σαμποτάζ του Δημοκρατικού κόμματος, το οποίο είχε προαποφασίσει την νικήτρια των εκλογών. Μάλιστα δε, δημοσκοπήσεις και προβλέψεις αναλυτών δείχνουν πως ο Σάντερς πολύ πιθανό να είχε αποτρέψει την νίκη του Τραμπ. Μεταξύ άλλων, ορισμένοι υποστηρικτές του, βλέποντας τον εξαιρετικά αντιδημοκρατικό τρόπο με τον οποίο τους μεταχειρίστηκε το κόμμα τους, αρνήθηκαν να ψηφίσουν την Κλίντον. Συνεπώς, η Κλίντον έχασε παραδοσιακά Δημοκρατικές περιοχές από τον Τραμπ, οι οποίες συχνά ήταν ακριβώς αυτές στις οποίες ο Σαντερς είχε ισχυρή υποστήριξη (π.χ. Μίσιγκαν). Όπως είχε αναφέρει και ο Ζίζεκ, η βασική προσφορά του Σάντερς ήταν ότι έδινε μια προοδευτική φωνή στους ανθρώπους που, έχοντας στραφεί απέναντι στο σύστημα, υπό άλλες συνθήκες μπορεί να ψήφιζαν τον Τραμπ.

Παρά την ήττα του, ο Σάντερς παραμένει ο πιο δημοφιλής Γερουσιαστής τα τελευταία χρόνια. Η επιμονή των υποστηρικτών του φαίνεται από το γεγονός ότι μάζεψε $6 εκατομμύρια μέσα σε 24 ώρες από την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του, με μέσο όρο δωρεάς μόνο $27, και μέσα σε λιγότερο από μια βδομάδα, 1 εκατομμύριο εθελοντές δήλωσαν πως θα δουλέψουν στην προεκλογική του καμπάνια. Αυτά τα νούμερα είναι πρωτοφανή.

Δύο είναι οι βασικές «κριτικές»  της υποψηφιότητας του. Πρώτον, ότι για να νικηθεί ο Τραμπ χρειάζεται ένας κεντρώος υποψήφιος για να απευθυνθεί στον μέσο ψηφοφόρο. Η κριτική αυτή είναι προβληματική για πολλούς λόγους. Αρχικά, το ίδιο επιχείρημα διατυμπανιζόταν υπέρ της Κλίντον, εμφανώς χωρίς καμία επιτυχία. Επίσης, αυτό θα είχε βάση αν κάναμε την παραδοχή πως όσοι ψήφισαν πριν 4 χρόνια, θα ξαναψηφίσουν τώρα. Σε καιρό πολιτικού διχασμού και με ποσοστά προσέλευσης χαμηλότερα του 50% του εκλογικού σώματος, ο υποψήφιος που θα κερδίσει είναι αυτός που θα απευθυνθεί στους πολιτικά απαθείς, σε αυτούς που υπό άλλες συνθήκες δεν θα ψήφιζαν. Όπως έχει αποδείξει ήδη, ο Σαντερς μπορεί να το κάνει αυτό πολύ καλά. Ίσως ακόμη περισσότερο, εφόσον ο ίδιος ιστορικά κατέβαινε ως ανεξάρτητος για τη Γερουσία και δεν έχει κομματικό στίγμα.

Η δεύτερη κριτική έχει να κάνει με την ηλικία του Σάντερς. Ο Γερουσιαστής του Βερμόντ είναι 77 χρονών. Πράγματι, εάν εκλεγεί, μία δεύτερη θητεία δεν είναι πιθανή, αλλά δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως η ηλικία του μπορεί να σταθεί εμπόδιο στα καθήκοντά του. Ο Τραμπ είναι 72, η Πελόζι, Πρόεδρος της Βουλής, 78 και ο Μπάιντεν, πρώην αντιπρόεδρος και πιθανός υποψήφιος πρόεδρος, 76. Εντούτοις, για κάποιο λόγο όλοι ασχολούνται με την ηλικία του σοσιαλιστή…

Πέρα από το να νικήσει τον Τραμπ, ο Σαντερς είναι ο πιο αξιόπιστος πολιτικός για να κάνει μία ριζική πολιτικοοικονομική αλλαγή στις ΗΠΑ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Τραμπ είναι μόνο ένα σύμπτωμα ενός νεοφιλελεύθερου τεχνοκρατικού εγχειρήματος το οποίο εμφανώς αποτυγχάνει και του οποίου την αποτυχία αρνούνται να αποδεχτούν οι ελίτ (πολιτικές και μη). Συνεπώς, ο μόνος τρόπος να μην ξαναεμφανιστεί ένας Τραμπ είναι να αντιμετωπιστούν τα κοινωνικά προβλήματα που τον τροφοδοτούν. Εφόσον αυτό ενέχει σύγκρουση με ισχυρά συμφέροντα σε ένα πολιτικό σύστημα που τα lobbies εμφανώς αγοράζουν ψήφους, ο υποψήφιος στον οποίο εναποτίθεται αυτό το έργο πρέπει να έχει αποδείξει επανειλημμένα την ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα του. Ο μόνος με αυτά τα χαρακτηριστικά είναι ο Σάντερς. Μπορεί οι οικονομικές του πολιτικές να έχουν υιοθετηθεί πλέον από πολλούς άλλους Δημοκρατικούς, αλλά είναι ο μόνος που μάχεται με εντυπωσιακή συνέπεια για τα ίδια θέματα εδώ και δεκαετίες. Ο αυθεντικός αντισυστημισμός του φαίνεται και από την κριτική του στάση απέναντι στην εξωτερική πολιτική, τομέας που εξακολουθεί να θεωρείται ταμπού.

Τέλος, ο Σάντερς έχει αναγνωρίσει κάτι εξαιρετικά σημαντικό: την σημασία των κοινωνικών κινημάτων και της οριζόντιας οργάνωσης. Όπως λέει ο ίδιος, είχε θέσει στόχο να μαζέψει 1 εκατομμύριο εθελοντές γιατί μόνο μέσω κινητοποιήσεων της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να έρθει ριζική και συστημική αλλαγή. Το γεγονός ότι ο μέσος όρος δωρεάς στην καμπάνια του είναι $27, ενώ ο Τραμπ και η Κλίντον έλαβαν δωρεές των εκατομμυρίων από μεγαλοεπιχειρηματίες, είναι χαρακτηριστικό της γνήσιας αντιπροσώπευσής των απλών πολιτών. Ακόμη περισσότερο σε ένα πολιτικό σύστημα που, όπως δείχνει η έρευνα του Γκίλενς του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, σχεδόν αποκλειστικά εκπροσωπεί πλουσίους και μεγαλοεπιχειρηματικά συμφέροντα, ενώ οι απλοί πολίτες δεν έχουν καμία σχεδόν επιρροή στο πολιτικό γίγνεσθαι.

Η σημασία των Αμερικανικών εκλογών υπερβαίνει σύνορα και ωκεανούς. Στην δική μας γειτονιά, ένας Αμερικανικός πρόεδρος που θέλει μία Ευρώπη ενωμένη, μια Ελλάδα εκτός φυλακής χρέους (βλ. τις συνεχείς παρεμβάσεις του Σάντερς κρίνοντας την μεταχείριση της Ελλάδας από την Τρόικα) και μια αυτοκυρίαρχη Μέση Ανατολή χωρίς πολέμους, θα κάνει σημαντική διαφορά.

του Πάνου Τσούκαλη, φοιτητή Πολιτικών Eπιστημών, Φιλοσοφίας και Οικονομικών στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου (UCL), μέλους του ΜέΡΑ25

Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο