Κουνώντας το δάχτυλο της ηθικής στην ανήθικη πολιτική

Αρθρα - Αναδημοσιεύσεις
26 Οκτ, 2024

Της Carolina Rehrmann
Μετάφραση και αναδημοσίευση από το DiEM25

Σήμερα, o ηθικός δείκτης της εποχής αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην τάση της Γερμανίας να αυτοσυγχαίρεται με υπερθετικούς επαίνους που την τοποθετούν στην κορυφή της παγκόσμιας αρετής.

Ένας στενός μου συγγενής – που δεν είναι Γερμανός, αλλά ζει στη Γερμανία πάνω από 40 χρόνια- είπε κάποτε: «Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανυπόφορο από έναν Γερμανό που έχει δίκιο».

Αυτή η δήλωση για μένα συμπυκνώνει ένα συγκεκριμένο αρχέτυπο που υπάρχει μέσα στη γερμανική ψυχοσύνθεση – ένα αρχέτυπο που, φυσικά, δεν ισχύει για όλους τους Γερμανούς, αλλά αναμφισβήτητα αντιπροσωπεύει μια ισχυρή τάση για τήρηση κανόνων, μια εμμονή με μια αξιακή, σχεδόν ψυχαναγκαστική προσοχή στις λεπτομέρειες, και όλα αυτά επιστεγάζονται από εκείνο το διαβόητο υψωμένο δείκτη του χεριού, τον οποίο ο Γερμανός κουνά με ζήλο για να υπενθυμίσει στους άλλους την ηθική και διανοητική τους κατωτερότητα. Πρόκειται για μια φιγούρα που της αρέσει να εμφανίζεται αψεγάδιαστη, ενώ αγνοεί μακάρια τις σκιές που παραμονεύουν στην ίδια της την αυλή.

Πάνε τώρα ακριβώς δέκα χρόνια που εγώ, μια Ελληνογερμανίδα που ζει στη Γερμανία, είχα την πρώτη μου διαφωτιστική εμπειρία αυτού του είδους.

Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης και η εκστρατεία λάσπης κατά της Ελλάδας

Το 2014, ο Γιάνης Βαρουφάκης, φρεσκοδιορισμένος ως υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, βρέθηκε μέσω ζωντανής σύνδεσης σε μια γερμανική εκπομπή υψηλής τηλεθέασης (Günther Jauch) – που είναι γνωστό πως χαϊδεύει τα αυτιά της μικροαστικής τάξης με εκλεπτυσμένη αγανάκτηση και μεσοβέζικες διαβεβαιώσεις ότι όλα βαίνουν καλώς. Όλα, δηλαδή, εκτός από έναν Έλληνα όπως ο Βαρουφάκης. Αντί να επικεντρωθούν στις γνώσεις του ή στον ρόλο του ως υπουργού, η εκπομπή εστίασε σε ένα υποτιθέμενο περιστατικό όπου δήθεν προέβη σε άσεμνη χειρονομία εναντίον της Γερμανίας σε ένα «εναλλακτικό φεστιβάλ» στο Ζάγκρεμπ.

Πώς τόλμησε; Στο κάτω-κάτω, ο ενάρετος, σκληρά εργαζόμενος Γερμανός φορολογούμενος είχε ρίξει δισεκατομμύρια στα ταμεία αυτών των τεμπέληδων Ελλήνων, οι οποίοι λιάζονταν άπραγοι, απολαμβάνοντας ούζο αντί να ενστερνιστούν την προτεσταντική εργασιακή ηθική που αναμενόταν από αυτούς.

Ο Βαρουφάκης επέμεινε ότι το βίντεο είχε παραποιηθεί, όμως οι ειδικοί – συμπεριλαμβανομένων των καλεσμένων της εκπομπής – έσπευσαν να απορρίψουν τον ισχυρισμό του. Η τροποποίηση του βίντεο σε τέτοιο επίπεδο, υποστήριξαν, δεν ήταν εφικτή.

Τις επόμενες ημέρες, το περιβόητο βίντεο με τον Βαρουφάκη να χειρονομεί παίχτηκε ξανά και ξανά, τροφοδοτώντας το αφήγημα περί αχάριστων Νοτίων έναντι των ευυπόληπτων, οικονομικά συνετών Γερμανών.

Και τότε βγήκε το Varoufake, το σατιρικό αριστούργημα του νεαρού παρουσιαστή Γιαν Μπούμερμαν, που διέλυσε τη βεβαιότητά τους. Στο βίντεο, ο Μπούμερμαν παρουσίασε στο κοινό έναν σωσία του Βαρουφάκη – όχι για να εξαπατήσει, καθαρά για χιουμοριστικούς σκοπούς. Ο σωσίας χρησιμοποιήθηκε για μια περίτεχνη αναπαράσταση του αρχικού οπτικού υλικού από το φεστιβάλ του Ζάγκρεμπ. Ο Μπούμερμαν παρουσιάστηκε περιτριγυρισμένος από την ομάδα του, γύρω από μια οθόνη υπολογιστή, όσο ο ψηφιακός μάγος τούς έδειχνε άνετα πώς με μερικά κλικ, μερικά εφέ θόλωσης και μικρές προσαρμογές της κίνησης μπορούσε να εμφανίσει το χέρι να κάνει όποια χειρονομία ήθελε: το διαβόητο μεσαίο δάχτυλο, ένα αθώο δάχτυλο που δείχνει, ακόμη και μια ανοιχτή παλάμη – και όλα αυτά πειστικά και ρεαλιστικά. Μια καλλιτεχνική κίνηση που έκανε τους ηθικολόγους να μην μπορούν να ξεχωρίσουν τι ήταν αληθινό και τι ψεύτικο.

Τότε, κουνούσα ήδη το κεφάλι μου με δυσπιστία γι’ αυτό που σήμερα αντιλαμβάνομαι ως ένα ενοχλητικό, επικίνδυνο μείγμα καθαρά ρατσιστικών «πολιτιστικών» αξιώσεων και νεοαποικιακής αλαζονείας.

Αυτά έγιναν το 2014. Ήταν το αποκορύφωμα της εκστρατείας λάσπης των Bild και Zeitung κατά της Ελλάδας, μια εποχή που κάθε γερμανική συντηρητική εφημερίδα φαινόταν να αντηχεί απαξίωση και περιφρόνηση.

Το αποκορύφωμα ήταν πιθανώς το κύριο άρθρο στο Focus με τίτλο: «2000 χρόνια παρακμής» του Κλονόφσκι (αργότερα εκπρόσωπος Τύπου του ακροδεξιού AfD, το οποίο σαρώνει τώρα το ένα ανατολικογερμανικό κρατίδιο μετά το άλλο).

Το άρθρο αρχίζει με έναν καταιγισμό επαίνων για την Αρχαία Ελλάδα, αναφέροντας ονόματα φιλοσόφων και πολιτικών ανδρών, όπως ένας επιμελητής που ξεναγεί τον αναγνώστη σε ένα μουσείο με χαμένους θησαυρούς. Ο Κλονόφσκι εξυμνεί την ευφυΐα των Ελλήνων της κλασικής εποχής, μόνο και μόνο για να τους συγκρίνει με τη σύγχρονη Ελλάδα, την οποία αποδομεί βάναυσα. Οι σημερινοί Έλληνες, υποστηρίζει, δεν θα μπορούσαν να υπερηφανεύονται για τίποτε άλλο πέρα από φαγητό με υψηλά λιπαρά, μία μόνο αίθουσα όπερας και την ανεπάρκειά τους ακόμα και για βασική μηχανική – με χαρακτηριστικό παράδειγμα ένα έργο κατασκευής σήραγγας όπου οι εργάτες, ξεκινώντας από τις αντίθετες άκρες, απέτυχαν να συναντηθούν στη μέση κατά 35 ολόκληρα μέτρα. Το συμπέρασμα είναι σαφές: η σύγχρονη Ελλάδα δεν έχει πραγματική κουλτούρα, δεν έχει ικανότητες και σίγουρα δεν έχει μεγαλείο. Ο μόνος αξιόλογος Έλληνας των τελευταίων χρόνων ήταν, όπως αναφέρει ειρωνικά, ο Ότο Ρεχάγκελ, ο διάσημος Γερμανός προπονητής ποδοσφαίρου που οδήγησε την ελληνική εθνική ομάδα σε μια απίθανη νίκη στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2004.

Η καταδίκη του Κλονόφσκι φτάνει σε μια πρώτη κορύφωση με ένα ανατριχιαστικό νεύμα στον Γιάκομπ Φίλιπ Φάλλμεραγερ, έναν ιστορικό του 19ου αιώνα, ο οποίος, σε μια επίδειξη φυλετικής ψευδοεπιστήμης, ισχυρίστηκε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες ήταν απόγονοι «σλαβικών τεράτων» και όχι των ευγενών Ελλήνων της αρχαιότητας – αρκετά προφανές λοιπόν, γιατί οι σύγχρονοι Έλληνες είναι «ανάξιοι» των ένδοξων προγόνων τους, σωστά; Περιττό να αναφέρουμε εδώ ότι η ιδέα ότι η γενεαλογική γραμμή ενός πολιτισμού υπαγορεύει την πολιτιστική και πολιτική του αξία δεν είναι απλώς ένα κατάλοιπο του 19ου αιώνα, αλλά αντηχεί ανησυχητικά ιδεολογίες στις οποίες στηρίχτηκαν οι φυλετικές θεωρίες των Ναζί.

Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Κλονόφσκι αμέσως μετά επικαλείται τον Όσβαλντ Σπένγκλερ, τον Γερμανό φιλόσοφο που είναι γνωστός για το επιδραστικό έργο του «Η Παρακμή της Δύσης», ένα κείμενο που επηρέασε βαθιά τη γερμανική εθνικιστική σκέψη των αρχών του 20ού αιώνα και σήμερα απολαμβάνει αυξανόμενης δημοτικότητας στους δεξιούς κύκλους. Αν και η αποδοχή του από τους Ναζί παραμένει κάπως αμφισβητούμενη, η κυκλική θεώρηση της ιστορίας από τον Σπένγκλερ, με έμφαση στην αναπόφευκτη παρακμή των πολιτισμών και την ανωτερότητα του «φαουστικού» δυτικού ανθρώπου, χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει τις αντιλήψεις περί πολιτισμικής καθαρότητας και την ιεραρχική κατάταξη των λαών και των εθνών. Αναφερόμενος στην ντετερμινιστική φιλοσοφία του Σπένγκλερ, ο Κλονόφσκι υποστηρίζει διακριτικά μια κοσμοθεωρία που βλέπει την Ελλάδα όχι απλώς ως ένα αποτυχημένο κράτος αλλά ως έναν πολιτισμό σε τελικό στάδιο αποσύνθεσης – έναν φυσικό ηττημένο στον μεγάλο διαγωνισμό της ιστορίας. Καθαρός, ανόθευτος ρατσισμός στα καλύτερά του!

Και μια λαμπρή κίνηση για να ενισχύσει κανείς την αυτοεικόνα του: Αντιπαραβάλλοντας το ένδοξο ελληνικό παρελθόν με αυτό που θεωρεί «εκφυλισμένο» παρόν, ο Κλονόφσκι κατασκευάζει ένα αφήγημα που όχι μόνο δυσφημεί τους σύγχρονους Έλληνες αλλά και αναδεικνύει τη Γερμανία, και κατ’ επέκταση τη Δύση, ως τους νόμιμους κληρονόμους και κριτές της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Δεν είναι περίεργο που μια τέτοια κοσμοθεωρία θα οδηγούσε τελικά τον Κλονόφσκι να ευθυγραμμιστεί με το AfD, που ασπάζεται την ίδια ρητορική της πολιτιστικής παρακμής, της φυλετικής καθαρότητας και της πολιτισμικής πάλης.

Όχι για πρώτη φορά, αλλά περισσότερο από ποτέ, ως προνομιούχο παιδί μιας αριστερίζουσας μεσοαστικής οικογένειας – με Γερμανό πατέρα και Ελληνίδα μητέρα – ένιωσα δυσπιστία και δυσφορία μπροστά σε αυτόν τον θρασύτατο συνδυασμό αυταρέσκειας και ρατσισμού. Ένιωσα σαν να βγαίνω από την αφελή φούσκα μου. Ήταν η χρονιά που έδωσα το πρώτο μου πανεπιστημιακό σεμινάριο για τις συλλογιστικές στρατηγικές πίσω από τη διαβόητη συκοφάντηση της Ελλάδας από τα μέσα ενημέρωσης. Οι φοιτητές ήταν αιχμηροί, αμετακίνητοι στην αντιρατσιστική τους στάση. Μέχρι σήμερα, παραμένουν ο φάρος της ελπίδας μου όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση του ρατσισμού. Αλλά περισσότερα γι’ αυτό αργότερα.

Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά του ηθικισμού της Γερμανίας στην πραγματική εξωτερική της πολιτική

Σήμερα, o ηθικός δείκτης της εποχής αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην τάση της Γερμανίας να αυτοσυγχαίρεται με υπερθετικούς επαίνους που την τοποθετούν στον κολοφώνα της παγκόσμιας αρετής.

Πάρτε για παράδειγμα τον υπερήφανο τίτλο Exportweltmeister (παγκόσμιος πρωταθλητής εξαγωγών) για την κυριαρχία στο παγκόσμιο εμπόριο και την υποτιθέμενη πολύ υψηλή εργασιακή ηθική. Επίσης, υπάρχει η ιδιότητα του Erinnerungsweltmeister, του παγκόσμιου πρωταθλητή της πολιτικής μνήμης, επειδή (έτσι λέει το αφήγημα) αντιμετώπισε το δικό της σκοτεινό παρελθόν πιο διεξοδικά και ειλικρινά από οποιοδήποτε άλλο έθνος.

Η αξίωση της Γερμανίας για το ηθικό της πλεονέκτημα έχει σοβαρές ανήθικες επιπτώσεις. Ως Exportweltmeister (παγκόσμιος πρωταθλητής στις εξαγωγές), η οικονομική κυριαρχία της χώρας πλήττει συχνά τους Ευρωπαίους γείτονές της. Με το τεράστιο εμπορικό της πλεόνασμα, η Γερμανία έχει σακατέψει την ανταγωνιστικότητα των άλλων ευρωπαϊκών οικονομιών, ενώ απολαμβάνει την ηθική πολυτέλεια να κατηγορεί για τις προϊούσες κρίσεις τους «τεμπέληδες» και «απείθαρχους» Έλληνες, Ιταλούς και Ισπανούς.

Ως αυτοαποκαλούμενη Erinnerungsweltmeister, ή παγκόσμιος πρωταθλητής της πολιτικής μνήμης, η (Δυτική) Γερμανία έχει χτίσει την ηθική της υπεροχή πάνω σε δύο θεμέλια: την ευσυνείδητη ανάμνηση του Ολοκαυτώματος, η οποία χρησιμεύει τώρα για να δικαιολογήσει την άνευ όρων αλληλεγγύη της προς το Ισραήλ, και την αλαζονική ανάμνηση της ανατολικογερμανικής δικτατορίας, η οποία τοποθετεί τη Δυτική Γερμανία (που αποτελεί τα δύο τρίτα της ενωμένης Γερμανίας) ως τον ηθικό νικητή της ιστορίας. Μαζί, αυτές οι αλληλένδετες αφηγήσεις δημιουργούν ένα διπλό ηθικό πλεονέκτημα, δίνοντας στη Γερμανία μια αίσθηση ηθικής υπεροχής που ασκείται τόσο στο εσωτερικό όσο και στην παγκόσμια σκηνή.

Από αυτή τη θέση ισχύος, η Γερμανία ταλαντεύεται, σαν ηθικό εκκρεμές μεταξύ εξιλεωμένων αμαρτιών και αυτοδικαίωσης – η ιδανική θέση για να παραμείνει ευθυγραμμισμένη με τις ΗΠΑ και αγκαλιά να σκοντάφτουν πάνω σε καταστροφές της realpolitik.

Το κομβικό έτος 2022: Βαδίζοντας προς την καταστροφή

Μετά την επανένωση, η Γερμανία έχει υποστηρίξει πολυάριθμα νεοαποικιακά εγχειρήματα μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, στο παρελθόν, υπήρχε ακόμη μια εγχώρια αντιπολίτευση που θα μπορούσε πραγματικά να χαρακτηριστεί «αριστερή» – εκφράζοντας την αγανάκτησή της όταν οι Γερμανοί Πράσινοι υποστήριξαν την παράνομη —βάσει του διεθνούς δικαίου— επέμβαση στο Κοσσυφοπέδιο, εκφράζοντας αντίσταση στον πόλεμο του Ιράκ και καταδικάζοντας την εμπλοκή στο Αφγανιστάν. Σήμερα, ωστόσο, γινόμαστε μάρτυρες της ανάδυσης μιας συναίνεσης των πολεμοκάπηλων, μιας πολεμοχαρούς ενότητας που παραμερίζει κάθε διαφωνία και συσπειρώνεται πίσω από μια κοινή μιλιταριστική αποστολή.

Αυτή η δυναμική είναι έντονα ορατή στα δύο κεντρικά πεδία της τρέχουσας γερμανικής εξωτερικής πολιτικής —την υποστήριξη στην Ουκρανία και την υποστήριξη του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα— στις οποίες συμπυκνώνεται και κορυφώνεται η εξιδανικευμένη αυτοεικόνα του έθνους.

Από τον Φεβρουάριο του 2022, όπως φαίνεται, η Γερμανία έχει αυτοχαρακτηριστεί ως ηγέτης σε αυτό που βλέπει ως μάχη μεταξύ φωτός και σκότους. Είναι πλέον ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων εντός της ΕΕ, συνεισφέροντας πάνω από 27 δισεκατομμύρια ευρώ σε στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία. Επιπλέον 100 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν διατεθεί για τον επανεξοπλισμό των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Αυτή η δραματική αλλαγή στην αμυντική και εξωτερική πολιτική της Γερμανίας συνοδεύεται από μια σφοδρή ρητορική εκ μέρους των πολιτικών ηγετών της. Η διακήρυξη του καγκελάριου Όλαφ Σολτς περί τέλους εποχής – μια κοσμοϊστορική καμπή – και το όραμα της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για μια Ευρώπη που στέκεται αποφασιστικά απέναντι στην απολυταρχία χαιρετίζονται ως ευγενείς δεσμεύσεις για την προστασία των δημοκρατικών αξιών και τη διασφάλιση της ευρωπαϊκής ασφάλειας.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση της Γερμανίας παγιώνει ουσιαστικά τον ρόλο της ως ο κύριος αρχιτέκτονας ενός νέου Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη, εδραιώνοντας αυτή τη στάση με μια ανησυχητική μετατόπιση από το μέρισμα ειρήνης, που άλλοτε διοχέτευε από τους αμυντικούς προϋπολογισμούς στην κοινωνική ανάπτυξη, στο λεγόμενο «Ευρωπαϊκό Ταμείο Ειρήνης». Αυτός ο οργουελικός όρος, παρά τη χρήση της λέξης ειρήνη, κρύβει αυτό που ουσιαστικά είναι ένα πολεμικό ταμείο για την παροχή όπλων και στρατιωτικής εκπαίδευσης στην Ουκρανία.

Ωστόσο, οι συνέπειες αυτής της ηθικής σταυροφορίας ήταν τρομερές για την ίδια τη Γερμανία. Οι αυστηρές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, δήθεν για την προάσπιση των αξιών της, συνέβαλαν σε οικονομική ύφεση και αύξηση του ενεργειακού κόστους στο εσωτερικό της χώρας. Εν τω μεταξύ, ο ζήλος της Γερμανίας να αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο με ακριβό υγροποιημένο φυσικό αέριο από το Κατάρ και αμερικανικό φυσικό αέριο από υδραυλική ρωγμάτωση (fracking) έχει εντείνει την οικονομική της κρίση.

Συνολικά, η γερμανική κυβέρνηση δεν είναι μόνο ένας κύριος παράγοντας στη μετατροπή της ειρηνικής τάξης της Ευρώπης σε μια νέα πολεμική οικονομία. Ανοίγει επίσης τον δρόμο για μια στενότερη εταιρική σχέση μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας, συμβάλλοντας περαιτέρω στον κατακερματισμό της Ευρώπης και τη διολίσθησή της στην ασημαντότητα.

Παρά τις ανησυχητικές αυτές εξελίξεις, η αριστερόστροφη κυβέρνηση της Γερμανίας εξακολουθεί να θεωρεί τον εαυτό της ως την απόλυτη ηθική αυθεντία. Ο Μίκαελ Λούντερς, ένας δριμύς επικριτής της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, αποτυπώνει αυτή την αυτοεικόνα με καυστική ειρωνεία, ονομάζοντας τη χώρα «Moralweltmeister» – τον παγκόσμιο πρωταθλητή της ηθικής. Σε αντίθεση με τους περίφημους τίτλους πρωταθλητής των εξαγωγών και της πολιτικής μνήμης, τους οποίους η Γερμανία φέρει με υπερηφάνεια, ο όρος του Λούντερς αποκαλύπτει τις επικίνδυνες συνέπειες αυτού του υπερβάλλοντος ζήλου για την ηθική.

Από τον Οκτώβριο του 2023: Η Παλαιστίνη και η κατάρρευση του ηθικού προσωπείου

Πουθενά δεν είναι πιο εμφανής αυτή η υποκρισία από την αντίδραση της Γερμανίας στον πόλεμο στη Γάζα, στον οποίο η Γερμανία παρέχει πλήρη ηθική υποστήριξη ως σκοπό του κράτους (Staatsräson), δηλώνοντας το δικαίωμα του Ισραήλ να «υπερασπιστεί τον εαυτό του», ενώ αγνοεί την ιστορία της κατοχής και του Απαρτχάιντ στην Παλαιστίνη και τα ισραηλινά εγκλήματα πολέμου τότε και τώρα. Οι 40.000 νεκροί Παλαιστίνιοι εμφανίζονται ως αξιοθρήνητες «παράπλευρες απώλειες» ενός δίκαιου σκοπού, και οι περισσότερες αναφορές σε δρώντες ή θύματα από τη Γάζα, το Λίβανο ή το Ιράν αφορούν έναν απανθρωποποιημένο Άλλο με τον παλιό, γνωστό τρόπο.

Με την άνευ όρων υποστήριξή της προς το Ισραήλ, η Γερμανία δεν είναι συνυπεύθυνη μόνο για τη γενοκτονία, αλλά και για την εξώθηση της περιοχής σε έναν πόλεμο μεγάλης κλίμακας. Καθώς γράφεται αυτό το άρθρο, υπάρχουν τρομακτικές ενδείξεις ότι αυτό συμβαίνει ήδη.

Το κυνήγι μαγισσών ενάντια σε κάθε αντίθετη φωνή στο εσωτερικό και η αστυνομική βία κατά των διαδηλωτών υπέρ της Παλαιστίνης συνεχίζονται. Ενώ κάθε αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη κινδυνεύει να χαρακτηριστεί αντισημιτική ή εξτρεμιστική, ακόμη και δημόσια πρόσωπα με ευρεία δημοτικότητα έχουν αισθανθεί το κεντρί αυτού του κλίματος φίμωσης. Οι γνωστοί κωμικοί Ντίτερ Χάλερβολεν και Κάγια Γιανάρ αντιμετώπισαν μαζικές αντιδράσεις όταν άσκησαν δημόσια κριτική στον πόλεμο του Ισραήλ.

Ακόμα και ο Ρίχαρντ Ντέιβιντ Πρεχτ, ο πιο γνωστός φιλόσοφος της Γερμανίας, ο οποίος δεν έχει καν δηλώσει ότι είναι φιλοπαλαιστίνιος, βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης μετά από ένα ατυχές σχόλιο σχετικά με το πού επιτρέπεται να εργάζονται οι ορθόδοξοι Εβραίοι. Η αντίδραση ήταν ακαριαία, χαρακτηρίστηκε αντισημίτης και του αφαιρέθηκε ο τίτλος του ομότιμου καθηγητή στο πανεπιστήμιο. Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε στο Jung & Naiv, ένα προοδευτικό μέσο, όπου το θέμα επανήλθε στην επιφάνεια. Ο Πρεχτ, ο οποίος έχει γράψει εκτενώς για την ιστορία της φιλοσοφίας, είναι ένθερμος υποστηρικτής της οικουμενικότητας – της πεποίθησης ότι οι ίδιες ηθικές αρχές ισχύουν για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή το θρήσκευμα. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, παραδέχτηκε ότι υπάρχει μια εξαίρεση στην αρχή του: Η στάση της Γερμανίας απέναντι στο Ισραήλ. Ισχυρίστηκε ότι η άκριτη υποστήριξη της χώρας στις ισραηλινές πολιτικές – χωρίς να τις αποκαλεί ρητά εγκλήματα πολέμου – ήταν μια αναγκαία εξαίρεση που, δεδομένης της ιστορικής ενοχής της Γερμανίας, πρέπει να παραμείνει υπεράνω κριτικής. Όταν του απάντησαν πως σε αυτή την περίπτωση είχε «δύο μέτρα και δύο σταθμά», φάνηκε ανήσυχος και εκνευρισμένος, προφανώς ενοχλημένος που ο δημοσιογράφος τον είχε στριμώξει για να κάνει μια τέτοια δήλωση. Έχοντας διαβάσει πολλά από τα βιβλία του Πρεχτ, σοκαρίστηκα και ντράπηκα από αυτή τη δειλή προδοσία των ίδιων του των αξιών. Είναι ακριβώς αυτές οι περιπτώσεις της γερμανικής ασυνέπειας -όπου το ηθικό σθένος αναδιπλώνεται υπό συνθήκες πίεσης- που αποκαλύπτουν την ευθραυστότητα των αρχών που επικαλείται το έθνος.

Τι γίνεται τώρα; Με δισεκατομμύρια να ξοδεύονται για τη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης και με ακλόνητη την πίστη στο αφήγημα ενός «δίκαιου» πολέμου, η Γερμανία δεν βιώνει απλώς ένα τέλος εποχής- το δημιουργεί. Οι συνέπειες για την Ευρώπη, και για την ίδια τη Γερμανία, μπορεί να είναι πολύ πιο καταστροφικές από ό,τι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της είναι πρόθυμοι να αναγνωρίσουν.

Καθώς η Ευρώπη διολισθαίνει στην ασημαντότητα, η φήμη της Γερμανίας στον Παγκόσμιο Νότο συνεχίζει να πλήττεται. Είναι η μόνη χώρα που υποστηρίζει το Ισραήλ στην υπόθεση του Διεθνούς Δικαστηρίου και παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής του σε όπλα. Ο Μίκαελ Λούντερς παραθέτει αμερικανική μελέτη που δείχνει ότι εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη την Ασία μποϊκοτάρουν τα προϊόντα των ΗΠΑ λόγω της εξωτερικής τους πολιτικής. Υποστηρίζει ότι, ως ο μεγάλος πρωταθλητής στις εξαγωγές, η Γερμανία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ακόμη μεγαλύτερες αντιδράσεις αν οι καταναλωτές στον Παγκόσμιο Νότο απορρίψουν τα προϊόντα της σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εξωτερική της πολιτική.

Αλλά ίσως μπορούμε να κλείσουμε – όχι με θετικό πρόσημο, αλλά τουλάχιστον με μια αχτίδα ελπίδας: Η αντίσταση του Παγκόσμιου Νότου κατά της δυτικής πολιτικής και των ηθικών αφηγημάτων για το Ισραήλ γίνεται όλο και πιο δυνατή και οργανωμένη, τόσο στην Ευρώπη όσο και πέραν αυτής. Η αυξανόμενη επιρροή των BRICS και η οικονομική παρακμή της Δύσης δείχνουν ότι δεν οδεύουμε προς έναν ευρω-αμερικανικό αιώνα. Αυτό το μεταβαλλόμενο τοπίο μπορεί να διδάξει στη Δύση ένα αναγκαίο μάθημα ταπεινοφροσύνης.

Ακόμη και στο Βερολίνο, παρά την αστυνομική καταστολή, οι φιλοπαλαιστινιακές διαδηλώσεις δεν σταματούν. Στα πανεπιστήμια, οι φοιτητικές διαμαρτυρίες και το θάρρος ορισμένων επιστημόνων δεν δείχνουν σημάδια ύφεσης – παρά τη συκοφάντηση και την ποινικοποίηση, παρά τις προσπάθειες του γερμανικού υπουργείου Παιδείας να περικόψει τη χρηματοδότηση όσων ασκούν κριτική στο Ισραήλ. Το κλίμα αλλάζει και το μονοπώλιο της Δύσης στο ηθικό κύρος μπορεί να βρίσκεται στα πρόθυρα της τελικής του κατάρρευσης.

Θέλεις να μαθαίνεις για τις δράσεις του ΜεΡΑ25; Γράψου εδώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο